3,274,747
edits
(38) |
(6) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-εως, η, ΝΑ<br />[[σπανιότητα]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />(<b>[[λόγιος]] τ.</b>)<br /><b>1.</b> <b>(οικον.)</b> η [[ανεπάρκεια]] της ποσότητας τών προσφερόμενων αγαθών σε [[σχέση]] με τη ζητούμενη [[ποσότητα]] τους<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «[[σπάνις]] εισροών» — [[έλλειψη]] συντελεστών παραγωγής<br />β) «[[σπάνις]] εκροών»<br /><b>(οικον.)</b> [[έλλειψη]] προϊόντων [[προς]] [[κατανάλωση]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[πείνα]] («τροφὰς ἐν τῇ [[μεγάλη]] σπάνει παρέσχε», <b>επιγρ.</b>)<br /><b>2.</b> ([[κατά]] τους Στωικ.) «[[ἐπιθυμία]] [[ἀτελής]]»<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «οὐ [[σπάνις]]... ἔχειν» — δεν υπάρχει [[έλλειψη]] ή [[δυσκολία]] να...<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ. Κατά μία [[άποψη]], η λ. έχει σχηματιστεί <span style="color: red;"><</span> [[σπάω]] / <i>σπῶ</i> <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>νι</i>, ενώ κατ' [[άλλη]] [[άποψη]], λιγότερο πιθανή, ανάγεται στη συνεσταλμένη [[βαθμίδα]] (<i>σ</i>)<i>παν</i>- του [[πένομαι]]. | |mltxt=-εως, η, ΝΑ<br />[[σπανιότητα]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />(<b>[[λόγιος]] τ.</b>)<br /><b>1.</b> <b>(οικον.)</b> η [[ανεπάρκεια]] της ποσότητας τών προσφερόμενων αγαθών σε [[σχέση]] με τη ζητούμενη [[ποσότητα]] τους<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «[[σπάνις]] εισροών» — [[έλλειψη]] συντελεστών παραγωγής<br />β) «[[σπάνις]] εκροών»<br /><b>(οικον.)</b> [[έλλειψη]] προϊόντων [[προς]] [[κατανάλωση]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[πείνα]] («τροφὰς ἐν τῇ [[μεγάλη]] σπάνει παρέσχε», <b>επιγρ.</b>)<br /><b>2.</b> ([[κατά]] τους Στωικ.) «[[ἐπιθυμία]] [[ἀτελής]]»<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «οὐ [[σπάνις]]... ἔχειν» — δεν υπάρχει [[έλλειψη]] ή [[δυσκολία]] να...<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ. Κατά μία [[άποψη]], η λ. έχει σχηματιστεί <span style="color: red;"><</span> [[σπάω]] / <i>σπῶ</i> <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>νι</i>, ενώ κατ' [[άλλη]] [[άποψη]], λιγότερο πιθανή, ανάγεται στη συνεσταλμένη [[βαθμίδα]] (<i>σ</i>)<i>παν</i>- του [[πένομαι]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''σπάνις:''' ἡ, γεν. <i>-εως</i>, δοτ. <i>-ει</i>, Ιων. <i>-ι</i>· [[ανεπάρκεια]], [[σπανιότητα]], [[ένδεια]], [[έλλειψη]], [[στέρηση]] ενός πράγματος, σε Ευρ., Δημ.· οὐ [[σπάνις]] (<i>ἐστι</i>) = <i>οὐ σπάνιον</i>, δεν υπάρχει [[έλλειψη]], [[δυσκολία]], σε Ευρ. | |||
}} | }} |