κραταιόομαι: Difference between revisions

From LSJ

Σὺν τοῖς φίλοισιν εὐτυχεῖν ἀεὶ θέλε → Bona sine amicis noli fortuna frui → Mit deinen Freunden wolle immer glücklich sein

Menander, Monostichoi, 488
(5)
(3)
Line 4: Line 4:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κρᾰταιόομαι:''' Παθ., <i>κρατύνομαι</i>, σε Καινή Διαθήκη
|lsmtext='''κρᾰταιόομαι:''' Παθ., <i>κρατύνομαι</i>, σε Καινή Διαθήκη
}}
{{elru
|elrutext='''κραταιόομαι:''' быть или становиться сильным, крепнуть (πνεύματι NT).
}}
}}

Revision as of 07:40, 31 December 2018

Greek (Liddell-Scott)

κρᾰταιόομαι: Παθ., μεταγεν. τύπος τοῦ κρατύνομαι, Εὐαγγ. κ. Λουκ. α΄, 80, 1 Ἐπιστ. π. Κορ. ις΄, 13, κτλ.

Greek Monotonic

κρᾰταιόομαι: Παθ., κρατύνομαι, σε Καινή Διαθήκη

Russian (Dvoretsky)

κραταιόομαι: быть или становиться сильным, крепнуть (πνεύματι NT).