παραβλώσκω: Difference between revisions

3b
(5)
(3b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''παραβλώσκω:''' Επικ. παρακ. παρ-[[μέμβλωκα]], [[συνοδεύω]] κάποιον με σκοπό να τον προστατέψω, με δοτ., σε Ομήρ. Ιλ.
|lsmtext='''παραβλώσκω:''' Επικ. παρακ. παρ-[[μέμβλωκα]], [[συνοδεύω]] κάποιον με σκοπό να τον προστατέψω, με δοτ., σε Ομήρ. Ιλ.
}}
{{elru
|elrutext='''παραβλώσκω:''' только эп. 3 л. sing. pf. [[παρμέμβλωκε]](ν) приходить на выручку (τινί Hom.).
}}
}}