ἀνασταδόν: Difference between revisions

1
(2)
(1)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀναστᾰδόν:''' επίρρ. ([[ἀνίστημι]]), σε όρθια [[θέση]], κατακόρυφα, σε Ομήρ. Ιλ.
|lsmtext='''ἀναστᾰδόν:''' επίρρ. ([[ἀνίστημι]]), σε όρθια [[θέση]], κατακόρυφα, σε Ομήρ. Ιλ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀναστᾰδόν:''' adv. поднимаясь или поднявшись, вставая или стоя Hom.
}}
}}