Anonymous

προκαθίημι: Difference between revisions

From LSJ
nl
(6)
(nl)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''προκαθίημι:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, [[κάθομαι]] από [[πριν]]· μεταφ., πόλιν [[προκαθίημι]] εἰς ταραχήν, [[ρίχνω]] την πόλη σε [[σύγχυση]], την [[φέρνω]] σε [[αναταραχή]], σε Δημ.· <i>προκαθίημί τινα ἐξαπατᾶν</i>, [[τοποθετώ]] ένα [[πρόσωπο]] [[μπροστά]] μου με σκοπό να παραπλανήσω, να εξαπατήσω, στον ίδ.
|lsmtext='''προκαθίημι:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, [[κάθομαι]] από [[πριν]]· μεταφ., πόλιν [[προκαθίημι]] εἰς ταραχήν, [[ρίχνω]] την πόλη σε [[σύγχυση]], την [[φέρνω]] σε [[αναταραχή]], σε Δημ.· <i>προκαθίημί τινα ἐξαπατᾶν</i>, [[τοποθετώ]] ένα [[πρόσωπο]] [[μπροστά]] μου με σκοπό να παραπλανήσω, να εξαπατήσω, στον ίδ.
}}
{{elnl
|elnltext=προ-καθίημι vooruitsturen.
}}
}}