συνεργάτις: Difference between revisions

From LSJ

Δεῖ τοὺς μὲν εἶναι δυστυχεῖς, τοὺς δ' εὐτυχεῖς → Aliis necesse est bene sit, aliis sit male → Die einen trifft das Unglück, andere das Glück

Menander, Monostichoi, 125
(6)
 
(nl)
Line 1: Line 1:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''συνεργάτις:''' [ᾰ], -ιδος, ἡ, θηλ. του [[συνεργάτης]].
|lsmtext='''συνεργάτις:''' [ᾰ], -ιδος, ἡ, θηλ. του [[συνεργάτης]].
}}
{{elnl
|elnltext=συνεργάτις -ιδος, ἡ [συνεργάτης] medewerkster, handlangster, met gen. in iets.
}}
}}

Revision as of 10:56, 31 December 2018

Greek Monotonic

συνεργάτις: [ᾰ], -ιδος, ἡ, θηλ. του συνεργάτης.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

συνεργάτις -ιδος, ἡ [συνεργάτης] medewerkster, handlangster, met gen. in iets.