προσλαγχάνω: Difference between revisions

nl
(6)
(nl)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''προσλαγχάνω:''' μέλ. <i>-λήξομαι</i>, παρακ. <i>-είληχα</i>, [[αποκτώ]] [[επιπλέον]] με κλήρο· [[δίκην]] [[προσλαγχάνω]], [[κινώ]] [[επιπλέον]] [[αγωγή]] [[εναντίον]] κάποιου, σε Δημ.
|lsmtext='''προσλαγχάνω:''' μέλ. <i>-λήξομαι</i>, παρακ. <i>-είληχα</i>, [[αποκτώ]] [[επιπλέον]] με κλήρο· [[δίκην]] [[προσλαγχάνω]], [[κινώ]] [[επιπλέον]] [[αγωγή]] [[εναντίον]] κάποιου, σε Δημ.
}}
{{elnl
|elnltext=προσ-λαγχάνω ook verkrijgen: spec. jur.. δίκην προσείληχεν hij heeft ook nog toestemming gekregen om een proces te voeren Dem. 32.9; δίκην αὐτῷ προσέλαχε hij slaagde erin hem ook een proces aan te doen Plut. Per. 36.4.
}}
}}