3,277,040
edits
(6) |
(4b) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''συνεπανορθόω:''' αόρ. αʹ <i>συνεπηνώρθωσα</i> (βλ. [[ἀνορθόω]]), [[συμβάλλω]] στην [[αποκατάσταση]], την [[επανόρθωση]], [[παλινορθώνω]], σε Δημ. | |lsmtext='''συνεπανορθόω:''' αόρ. αʹ <i>συνεπηνώρθωσα</i> (βλ. [[ἀνορθόω]]), [[συμβάλλω]] στην [[αποκατάσταση]], την [[επανόρθωση]], [[παλινορθώνω]], σε Δημ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''συνεπανορθόω:''' (aor. συνεπηνώρθωσα) вместе восстанавливать, вновь приводить в порядок (τὰ τῆς πόλεως πράγματα Dem.; τὴν Βοιωτίαν ἐπταικυῖαν Polyb.). | |||
}} | }} |