κιρρός: Difference between revisions

3
(20)
(3)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κιρρός]], -ά, -όν, θηλ. ποιητ. τ. [[κιρράς]], -[[άδος]]) (Α) [[κιτρινωπός]], [[υπόξανθος]] («ἀγαθὸς ὁ κιρρὸς [[οἶνος]] καὶ [[γλυκύς]]», <b>Γαλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Το διπλό <i>ρ</i> ερμηνεύεται [[είτε]] ως [[εκφραστικός]] [[αναδιπλασιασμός]] [[είτε]] ως [[προϊόν]] αναλογίας [[κατά]] το [[πυρρός]]. Η [[σύνδεση]] με λιθουαν. <i>šiřmas</i>, <i>šiřvas</i> «[[γκρι]], [[γκρι]]-[[μπλε]]» προσκρούει σε σημασιολογικές και μορφολογικές διαφορές. Εξίσου αμφίβολη [[είναι]] και η [[σύνδεση]] με μέσ. ιρλδ. <i>ciar</i> «[[φαιός]]» και ρωσ. <i>s</i><i>ě</i><i>ryj</i> «[[γκρι]]».<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> <b>αρχ.</b> [[κιρρίς]]<br /><b>μσν.</b><br />[[κιρράζω]], [[κιρρώδης]].<br /><b><span style="color: brown;">ΣΥΝΘ.</span></b> (Α' συνθετικό) [[κιρροειδής]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[κιρροκοιλάδιον]]. (Β' συνθετικό) <b>αρχ.</b> <i>έγκιρρος</i>, [[υπόκιρρος]]].
|mltxt=[[κιρρός]], -ά, -όν, θηλ. ποιητ. τ. [[κιρράς]], -[[άδος]]) (Α) [[κιτρινωπός]], [[υπόξανθος]] («ἀγαθὸς ὁ κιρρὸς [[οἶνος]] καὶ [[γλυκύς]]», <b>Γαλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Το διπλό <i>ρ</i> ερμηνεύεται [[είτε]] ως [[εκφραστικός]] [[αναδιπλασιασμός]] [[είτε]] ως [[προϊόν]] αναλογίας [[κατά]] το [[πυρρός]]. Η [[σύνδεση]] με λιθουαν. <i>šiřmas</i>, <i>šiřvas</i> «[[γκρι]], [[γκρι]]-[[μπλε]]» προσκρούει σε σημασιολογικές και μορφολογικές διαφορές. Εξίσου αμφίβολη [[είναι]] και η [[σύνδεση]] με μέσ. ιρλδ. <i>ciar</i> «[[φαιός]]» και ρωσ. <i>s</i><i>ě</i><i>ryj</i> «[[γκρι]]».<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> <b>αρχ.</b> [[κιρρίς]]<br /><b>μσν.</b><br />[[κιρράζω]], [[κιρρώδης]].<br /><b><span style="color: brown;">ΣΥΝΘ.</span></b> (Α' συνθετικό) [[κιρροειδής]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[κιρροκοιλάδιον]]. (Β' συνθετικό) <b>αρχ.</b> <i>έγκιρρος</i>, [[υπόκιρρος]]].
}}
{{elru
|elrutext='''κιρρός:''' лимонно-желтый или янтарного цвета ([[ἱμάτιον]] Sext.).
}}
}}