ὀγκύλλομαι: Difference between revisions

3b
(5)
(3b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὀγκύλλομαι:''' Παθ., <i>ὀγκόομαι</i>, είμαι [[αλαζόνας]], [[κομπάζω]], σε Αριστοφ.
|lsmtext='''ὀγκύλλομαι:''' Παθ., <i>ὀγκόομαι</i>, είμαι [[αλαζόνας]], [[κομπάζω]], σε Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὀγκύλλομαι:''' (только praes.) гордиться, зазнаваться Arph.
}}
}}