ολιγηπελία: Difference between revisions
From LSJ
Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?
(28) |
(3b) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ὀλιγηπελία]], ἡ (ΑΜ, Α και ιων. τ. ὀλιγηπελίη) [[ολιγηπελής]]<br />[[αδυναμία]], [[ατονία]], [[λιποθυμία]]. | |mltxt=[[ὀλιγηπελία]], ἡ (ΑΜ, Α και ιων. τ. ὀλιγηπελίη) [[ολιγηπελής]]<br />[[αδυναμία]], [[ατονία]], [[λιποθυμία]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ολῐγηπελία:''' эп. ὀλῐγηπελίη ἡ бессилие, слабость, изнуренность Hom. | |||
}} | }} |
Revision as of 00:52, 1 January 2019
Greek Monolingual
ὀλιγηπελία, ἡ (ΑΜ, Α και ιων. τ. ὀλιγηπελίη) ολιγηπελής
αδυναμία, ατονία, λιποθυμία.
Russian (Dvoretsky)
ολῐγηπελία: эп. ὀλῐγηπελίη ἡ бессилие, слабость, изнуренность Hom.