τελαμών: Difference between revisions

4b
(6)
(4b)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''τελᾰμών:''' -ῶνος, ὁ, [[πλατύς]] [[ιμάντας]] για τη [[μεταφορά]] οποιουδήποτε πράγματος (από τη √<i>ΤΛΑ</i>, *[[τλάω]], απ' όπου πήρε το όνομά του και ο [[ήρωας]] Τελαμώνας, πρβλ. [[Ἄτλας]])·<br /><b class="num">1.</b> [[δερμάτινος]] [[ιμάντας]] ή [[λουρί]], για τη [[μεταφορά]] της ασπίδας ή του σπαθιού, σε Όμηρ.<br /><b class="num">2.</b> [[πλατύς]] [[λινός]] [[επίδεσμος]] [[χρήσιμος]] ως [[επίδεσμος]], σε Ομήρ. Ιλ., Ηρόδ., Ευρ.· λέγεται για το [[τύλιγμα]] με επιδέσμους των [[νεκρών]] σωμάτων των Αιγυπτίων (για τις μούμιες), σε Ηρόδ.
|lsmtext='''τελᾰμών:''' -ῶνος, ὁ, [[πλατύς]] [[ιμάντας]] για τη [[μεταφορά]] οποιουδήποτε πράγματος (από τη √<i>ΤΛΑ</i>, *[[τλάω]], απ' όπου πήρε το όνομά του και ο [[ήρωας]] Τελαμώνας, πρβλ. [[Ἄτλας]])·<br /><b class="num">1.</b> [[δερμάτινος]] [[ιμάντας]] ή [[λουρί]], για τη [[μεταφορά]] της ασπίδας ή του σπαθιού, σε Όμηρ.<br /><b class="num">2.</b> [[πλατύς]] [[λινός]] [[επίδεσμος]] [[χρήσιμος]] ως [[επίδεσμος]], σε Ομήρ. Ιλ., Ηρόδ., Ευρ.· λέγεται για το [[τύλιγμα]] με επιδέσμους των [[νεκρών]] σωμάτων των Αιγυπτίων (για τις μούμιες), σε Ηρόδ.
}}
{{elru
|elrutext='''τελᾰμών:''' ῶνος ὁ<br /><b class="num">1)</b> перевязь, ремень Her.; [[δύω]] τελαμῶνε, ὁ μὲν σάκεος, ὁ δὲ φασγάνου Hom. две перевязи, одна у щита, другая у меча;<br /><b class="num">2)</b> повязка, бинт: τὸν νεκρὸν κατειλίσσειν τελαμῶσι Her. обматывать (набальзамированное) тело бинтами; ἀμφὶ τραύματα τελαμῶνας [[βαλεῖν]] Eur. наложить повязки на раны.
}}
}}