3,277,121
edits
(6) |
(4b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ὑλοβάτης:''' -ου, ὁ, αυτός που συχνάζει, περιφέρεται στα δάση, σε Ανθ. | |lsmtext='''ὑλοβάτης:''' -ου, ὁ, αυτός που συχνάζει, περιφέρεται στα δάση, σε Ανθ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ὑλοβάτης:''' дор. [[ὑλοβάτας|ὑλοβάτᾱς]], ου (ῠ, ᾰτ) ὁ бродящий по лесам (эпитет Пана) Anth. | |||
}} | }} |