συκοφαντία: Difference between revisions

m
Text replacement - "(\{\{grml\n.*?\n\}\}\n)\1" to "\1"
(4)
m (Text replacement - "(\{\{grml\n.*?\n\}\}\n)\1" to "\1")
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br /><b>1</b> métier de sycophante, délation, calomnie;<br /><b>2</b> fraude, sophisme.<br />'''Étymologie:''' [[συκοφάντης]].
|btext=ας (ἡ) :<br /><b>1</b> métier de sycophante, délation, calomnie;<br /><b>2</b> fraude, sophisme.<br />'''Étymologie:''' [[συκοφάντης]].
}}
{{grml
|mltxt=η, ΝΜΑ [[συκοφάντης]]<br />η [[ενέργεια]] του συκοφάντη, [[ψευδής]] και αβάσιμη [[κατηγορία]], [[διαβολή]]<br /><b>μσν.</b><br />[[παρερμηνεία]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[λογική]] [[απάτη]], [[σόφισμα]]<br /><b>2.</b> [[καταπίεση]]<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> α) «δίδωμί τινι συκοφαντίαν» — [[δίνω]] [[αφορμή]] για ψευδή [[κατηγορία]] [[εναντίον]] κάποιου (<b>Δημοσθ.</b>)<br />β) «συκοφαντίαν τινί [[προσάγω]]» — [[χρησιμοποιώ]] ψευδείς αποδείξεις ή ισχυρισμούς σε μια [[υπόθεση]] (<b>Δημοσθ.</b>).
}}
}}
{{grml
{{grml