εὐρυόδεια: Difference between revisions

1ab
(4)
(1ab)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''εὐρυόδειᾰ:''' ἡ, ([[ὁδός]]), θηλ. επίθ., αυτή που έχει πλατείς, φαρδείς, ανοιχτούς δρόμους, χρησιμ. μόνο σε γεν. θηλ., <i>χθονὸς εὐρυοδείης</i>, σε Όμηρ.
|lsmtext='''εὐρυόδειᾰ:''' ἡ, ([[ὁδός]]), θηλ. επίθ., αυτή που έχει πλατείς, φαρδείς, ανοιχτούς δρόμους, χρησιμ. μόνο σε γεν. θηλ., <i>χθονὸς εὐρυοδείης</i>, σε Όμηρ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=εὐρυ-όδεια, ης, ἡ, [[ὁδός]]<br />fem. adj. with [[broad]], [[open]] ways, only used in gen. fem., χθονὸς εὐρυοδείης Hom.
}}
}}