παραδουλευτής: Difference between revisions

From LSJ

ἔστιν οὖν τραγῳδία μίμησις πράξεως σπουδαίας καὶ τελείας μέγεθος ἐχούσης, ἡδυσμένῳ λόγῳ χωρὶς ἑκάστου τῶν εἰδῶν ἐν τοῖς μορίοις, δρώντων καὶ οὐ δι' ἀπαγγελίας, δι' ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν → Tragedy is, then, a representation of an action that is heroic and complete and of a certain magnitude—by means of language enriched with all kinds of ornament, each used separately in the different parts of the play: it represents men in action and does not use narrative, and through pity and fear it effects relief to these and similar emotions.

Source
(30)
 
m (Text replacement - "<i>η [[" to "η [[")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο, θηλ. [[παραδουλεύτρα]] [[παραδουλεύω]]<br /><b>1.</b> αυτός που εκτελεί τις βοηθητικές υπηρεσίες<br /><b>2.</b> ([[κυρίως]] το θηλ.) <i>η [[παραδουλεύτρα]]<br />[[γυναίκα]] που βοηθά στις δουλειές του σπιτιού, ευκαιριακή [[υπηρέτρια]].
|mltxt=ο, θηλ. [[παραδουλεύτρα]] [[παραδουλεύω]]<br /><b>1.</b> αυτός που εκτελεί τις βοηθητικές υπηρεσίες<br /><b>2.</b> ([[κυρίως]] το θηλ.) η [[παραδουλεύτρα]]<br />[[γυναίκα]] που βοηθά στις δουλειές του σπιτιού, ευκαιριακή [[υπηρέτρια]].
}}
}}

Latest revision as of 11:25, 14 January 2019

Greek Monolingual

ο, θηλ. παραδουλεύτρα παραδουλεύω
1. αυτός που εκτελεί τις βοηθητικές υπηρεσίες
2. (κυρίως το θηλ.) η παραδουλεύτρα
γυναίκα που βοηθά στις δουλειές του σπιτιού, ευκαιριακή υπηρέτρια.