πάθος: Difference between revisions

3 bytes removed ,  14 January 2019
m
Text replacement - "<i>τα [[" to "τα [["
(1ba)
m (Text replacement - "<i>τα [[" to "τα [[")
Line 26: Line 26:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=το (ΑΜ [[πάθος]])<br /><b>1.</b> αυτό που υποφέρει, παθαίνει [[κανείς]], και γενικά [[καθετί]] που συμβαίνει σε κάποιον, [[συμβάν]] («νῡν δὲ τὰ ἐν τῷ ἀνθρωπίνῳ βίῳ [[πάθη]] τε καὶ εἴδη», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>2.</b> οργανική ή ψυχική [[βλάβη]], [[ασθένεια]], [[αρρώστια]]<br /><b>3.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>τα [[πάθη]]<br />βαριές σωματικές ταλαιπωρίες ή ψυχικές οδύνες, περιπέτειες, ταλαιπωρίες, βάσανα («τα Πάθη του Ιησού Χριστού» — η [[σύλληψη]] και η [[σταύρωση]] του Σωτήρος)<br /><b>4.</b> ισχυρή συναισθηματική [[κίνηση]] του θυμικού, έντονη ψυχική [[ορμή]], δυνατό [[συναίσθημα]], όπως η [[οργή]], το [[μίσος]], ο [[φθόνος]], ο [[έρωτας]] κ.λπ. (α. «τήν αγαπά με [[πάθος]]» β. «[[λέγω]] δὲ [[πάθη]]... [[ὅλως]] οἷς ἕπεται ἡδονὴ ἢ [[λύπη]]», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>5.</b> θερμή συναισθηματική [[εκδήλωση]], [[θέρμη]] του λόγου που προκαλεί έντονη [[συγκίνηση]] (α. «μίλησε με [[πάθος]]» β. «τὸ σφοδρὸν και ἐνθουσιαστικὸν [[πάθος]]», Λογγίν.)<br /><b>6.</b> <b>γραμμ.</b> [[μεταβολή]], [[μετατροπή]] φθόγγου, θέματος ή κατάληξης («τα [[πάθη]] τών φωνηέντων»)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>στον πληθ.</b> τα αφροδίσια νοσήματα<br /><b>2.</b> έντονη και επίμονη [[ροπή]] της βουλήσεως για [[κάτι]], ακατανίκητη [[επιθυμία]], [[λαχτάρα]] («το [[πάθος]] της χαρτοπαιξίας»)<br /><b>3.</b> [[εμπάθεια]], [[δυσμένεια]], εχθρική [[διάθεση]] («έχει [[πάθος]] [[εναντίον]] μου»)<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> α) «η [[εβδομάδα]] τών Παθών» — η Μεγάλη Εβδομάδα<br />β) «τράβηξε του λιναριού τα [[πάθη]]» ή «τράβηξε του Ιησού Χριστού τα [[πάθη]]» — υπέστη ανεκδιήγητα βάσανα<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> τυχαίο, απροσδόκητο [[πάθημα]], [[σύμβαμα]], [[συμβάν]]<br /><b>2.</b> [[δυστύχημα]], [[ατύχημα]], [[συμφορά]] («τὰ τῆς Νιόβης [[πάθη]]», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>3.</b> [[μεγάλη]] [[ήττα]], [[καταστροφή]] («[[πάθος]] μέγα Πέρσας πεπονθότας», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>4.</b> ανεπανόρθωτη [[βλάβη]], [[θάνατος]] («μέγα τὸ τῆς θυγατρὸς [[πάθος]]», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>6.</b> (στους Επικουρείους) η [[αίσθηση]] («ἀκουστικὸν [[πάθος]]», Επίκ.)<br /><b>7.</b> [[διάθεση]], [[θέση]], [[κατάσταση]] («τὸ τῆς παντοδαπῆς ἀγνοίας [[πάθος]]», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>8.</b> [[φυσικό]] [[φαινόμενο]], όπως π.χ. ο [[σεισμός]] («τὰ περὶ τὸν οὐρανόν τε καὶ τὴν γῆν [[πάθη]]», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>9.</b> (στη λογ.) τα συμβεβηκότα, οι ιδιότητες τών πραγμάτων σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] την [[ουσία]]<br /><b>10.</b> (στη φυσ. και τα μαθηματ.) η [[ιδιότητα]] της αλλοιώσεως, της μεταβολής τών σωμάτων («[[γεωμετρία]] περὶ τὰ συμβεβηκότα [[πάθη]] τοῑς μεγέθεσι», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>11.</b> <b>γραμμ.</b> η μεταβεβλημένη, τροποποιημένη [[σύνταξη]]<br /><b>12.</b> (στη [[γραφή]]) [[σημεία]] διαφορετικά του τόνου και του πνεύματος, όπως [[είναι]] λ.χ. η [[ἀπόστροφος]], η [[ὑφέν]], η [[ὑποδιαστολή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>πăθ</i>- του [[πάσχω]] (<b>πρβλ.</b> <i>ἔ</i>-<i>παθ</i>-<i>ον</i>)].
|mltxt=το (ΑΜ [[πάθος]])<br /><b>1.</b> αυτό που υποφέρει, παθαίνει [[κανείς]], και γενικά [[καθετί]] που συμβαίνει σε κάποιον, [[συμβάν]] («νῡν δὲ τὰ ἐν τῷ ἀνθρωπίνῳ βίῳ [[πάθη]] τε καὶ εἴδη», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>2.</b> οργανική ή ψυχική [[βλάβη]], [[ασθένεια]], [[αρρώστια]]<br /><b>3.</b> <b>στον πληθ.</b> τα [[πάθη]]<br />βαριές σωματικές ταλαιπωρίες ή ψυχικές οδύνες, περιπέτειες, ταλαιπωρίες, βάσανα («τα Πάθη του Ιησού Χριστού» — η [[σύλληψη]] και η [[σταύρωση]] του Σωτήρος)<br /><b>4.</b> ισχυρή συναισθηματική [[κίνηση]] του θυμικού, έντονη ψυχική [[ορμή]], δυνατό [[συναίσθημα]], όπως η [[οργή]], το [[μίσος]], ο [[φθόνος]], ο [[έρωτας]] κ.λπ. (α. «τήν αγαπά με [[πάθος]]» β. «[[λέγω]] δὲ [[πάθη]]... [[ὅλως]] οἷς ἕπεται ἡδονὴ ἢ [[λύπη]]», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>5.</b> θερμή συναισθηματική [[εκδήλωση]], [[θέρμη]] του λόγου που προκαλεί έντονη [[συγκίνηση]] (α. «μίλησε με [[πάθος]]» β. «τὸ σφοδρὸν και ἐνθουσιαστικὸν [[πάθος]]», Λογγίν.)<br /><b>6.</b> <b>γραμμ.</b> [[μεταβολή]], [[μετατροπή]] φθόγγου, θέματος ή κατάληξης («τα [[πάθη]] τών φωνηέντων»)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>στον πληθ.</b> τα αφροδίσια νοσήματα<br /><b>2.</b> έντονη και επίμονη [[ροπή]] της βουλήσεως για [[κάτι]], ακατανίκητη [[επιθυμία]], [[λαχτάρα]] («το [[πάθος]] της χαρτοπαιξίας»)<br /><b>3.</b> [[εμπάθεια]], [[δυσμένεια]], εχθρική [[διάθεση]] («έχει [[πάθος]] [[εναντίον]] μου»)<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> α) «η [[εβδομάδα]] τών Παθών» — η Μεγάλη Εβδομάδα<br />β) «τράβηξε του λιναριού τα [[πάθη]]» ή «τράβηξε του Ιησού Χριστού τα [[πάθη]]» — υπέστη ανεκδιήγητα βάσανα<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> τυχαίο, απροσδόκητο [[πάθημα]], [[σύμβαμα]], [[συμβάν]]<br /><b>2.</b> [[δυστύχημα]], [[ατύχημα]], [[συμφορά]] («τὰ τῆς Νιόβης [[πάθη]]», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>3.</b> [[μεγάλη]] [[ήττα]], [[καταστροφή]] («[[πάθος]] μέγα Πέρσας πεπονθότας», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>4.</b> ανεπανόρθωτη [[βλάβη]], [[θάνατος]] («μέγα τὸ τῆς θυγατρὸς [[πάθος]]», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>6.</b> (στους Επικουρείους) η [[αίσθηση]] («ἀκουστικὸν [[πάθος]]», Επίκ.)<br /><b>7.</b> [[διάθεση]], [[θέση]], [[κατάσταση]] («τὸ τῆς παντοδαπῆς ἀγνοίας [[πάθος]]», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>8.</b> [[φυσικό]] [[φαινόμενο]], όπως π.χ. ο [[σεισμός]] («τὰ περὶ τὸν οὐρανόν τε καὶ τὴν γῆν [[πάθη]]», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>9.</b> (στη λογ.) τα συμβεβηκότα, οι ιδιότητες τών πραγμάτων σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] την [[ουσία]]<br /><b>10.</b> (στη φυσ. και τα μαθηματ.) η [[ιδιότητα]] της αλλοιώσεως, της μεταβολής τών σωμάτων («[[γεωμετρία]] περὶ τὰ συμβεβηκότα [[πάθη]] τοῑς μεγέθεσι», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>11.</b> <b>γραμμ.</b> η μεταβεβλημένη, τροποποιημένη [[σύνταξη]]<br /><b>12.</b> (στη [[γραφή]]) [[σημεία]] διαφορετικά του τόνου και του πνεύματος, όπως [[είναι]] λ.χ. η [[ἀπόστροφος]], η [[ὑφέν]], η [[ὑποδιαστολή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>πăθ</i>- του [[πάσχω]] (<b>πρβλ.</b> <i>ἔ</i>-<i>παθ</i>-<i>ον</i>)].
}}
}}
{{lsm
{{lsm