Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

εσπέριος: Difference between revisions

From LSJ

Οὐδ' ἄμμε διακρινέει φιλότητος ἄλλο, πάρος θάνατόν γε μεμορμένον ἀμφικαλύψαι → Nor will anything else divide us from our love before the fate of death enshrouds us

Apollonius of Rhodes, Argonautica, 3.1129f.
m (Text replacement - "<i>η [[" to "η [[")
m (Text replacement - "<i>ἡ [[" to "ἡ [[")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-α, -ο (ΑΜ [[ἑσπέριος]], -ία, -ον και -ος, -ον) [[εσπέρα]]<br /><b>1.</b> ο [[βραδινός]], ο [[εσπερινός]]<br /><b>2.</b> αυτός που βρίσκεται δυτικά, ο [[δυτικός]]<br /><b>3.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>ἡ [[ἑσπερία]]<br />η [[χώρα]] που βρίσκεται δυτικά της Ελλάδας, η δυτική [[Ευρώπη]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το θηλ. ως ουσ.</b> η [[εσπερία]] α) <b>ζωολ.</b><br />[[γένος]] σπόγγων της οικογένειας τών δεσμακιδονιδών<br />β) <b>εντομολ.</b><br />[[γένος]] λεπιδόπτερων εντόμων της οικογένειας τών εσπεριδών.
|mltxt=-α, -ο (ΑΜ [[ἑσπέριος]], -ία, -ον και -ος, -ον) [[εσπέρα]]<br /><b>1.</b> ο [[βραδινός]], ο [[εσπερινός]]<br /><b>2.</b> αυτός που βρίσκεται δυτικά, ο [[δυτικός]]<br /><b>3.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> ἡ [[ἑσπερία]]<br />η [[χώρα]] που βρίσκεται δυτικά της Ελλάδας, η δυτική [[Ευρώπη]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το θηλ. ως ουσ.</b> η [[εσπερία]] α) <b>ζωολ.</b><br />[[γένος]] σπόγγων της οικογένειας τών δεσμακιδονιδών<br />β) <b>εντομολ.</b><br />[[γένος]] λεπιδόπτερων εντόμων της οικογένειας τών εσπεριδών.
}}
}}

Latest revision as of 14:20, 14 January 2019

Greek Monolingual

-α, -ο (ΑΜ ἑσπέριος, -ία, -ον και -ος, -ον) εσπέρα
1. ο βραδινός, ο εσπερινός
2. αυτός που βρίσκεται δυτικά, ο δυτικός
3. το θηλ. ως ουσ.ἑσπερία
η χώρα που βρίσκεται δυτικά της Ελλάδας, η δυτική Ευρώπη
νεοελλ.
το θηλ. ως ουσ. η εσπερία α) ζωολ.
γένος σπόγγων της οικογένειας τών δεσμακιδονιδών
β) εντομολ.
γένος λεπιδόπτερων εντόμων της οικογένειας τών εσπεριδών.