μεριτικός: Difference between revisions

m
Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1"
(24)
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=meritikos
|Transliteration C=meritikos
|Beta Code=meritiko/s
|Beta Code=meritiko/s
|Definition=ή, όν, <b class="b2">of a</b> <b class="b3">μερίτης</b>, Lyd.<span class="title">Mag.</span>3.70, <span class="bibl">Just.<span class="title">Nov.</span>123.16</span> <span class="title">Intr.</span></span>
|Definition=ή, όν, [[of a]] <b class="b3">μερίτης</b>, Lyd.<span class="title">Mag.</span>3.70, <span class="bibl">Just.<span class="title">Nov.</span>123.16</span> <span class="title">Intr.</span></span>
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μεριτικός]], -ή, -όν (ΑM) [[μερίτης]]<br /><b>μσν.</b><br />(<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ μεριτικά</i><br />τα μερίδια, τα μερτικά<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον μερίτη.
|mltxt=[[μεριτικός]], -ή, -όν (ΑM) [[μερίτης]]<br /><b>μσν.</b><br />(<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ μεριτικά</i><br />τα μερίδια, τα μερτικά<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον μερίτη.
}}
}}