μεριτικός
From LSJ
Full diacritics: μερῑτικός | Medium diacritics: μεριτικός | Low diacritics: μεριτικός | Capitals: ΜΕΡΙΤΙΚΟΣ |
Transliteration A: meritikós | Transliteration B: meritikos | Transliteration C: meritikos | Beta Code: meritiko/s |
μεριτική, μεριτικόν, of a μερίτης, Lyd.Mag.3.70, Just.Nov.123.16 Intr.
μεριτικός, -ή, -όν (ΑM) μερίτης
μσν.
(το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τὰ μεριτικά
τα μερίδια, τα μερτικά
αρχ.
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον μερίτη.