ακροκεφαλικός: Difference between revisions
From LSJ
Λήσειν διὰ τέλους μὴ δόκει πονηρὸς ὤν → Latere semper posse ne spera nocens → Gewiss nicht immer bleibst als Schuft du unentdeckt
(2) |
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ") |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ή, -ό <b>(Ανθρωπολ.)</b><br />αυτός που αναφέρεται ή έχει [[σχέση]] με την [[ακροκεφαλία]].<br />[<b><span style="color: brown;"> | |mltxt=-ή, -ό <b>(Ανθρωπολ.)</b><br />αυτός που αναφέρεται ή έχει [[σχέση]] με την [[ακροκεφαλία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ακροκεφαλία]], πρβλ. γαλλ. <i>acrocephalique</i>]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 23:05, 29 December 2020
Greek Monolingual
-ή, -ό (Ανθρωπολ.)
αυτός που αναφέρεται ή έχει σχέση με την ακροκεφαλία.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ακροκεφαλία, πρβλ. γαλλ. acrocephalique].