τανθαρύκτρια: Difference between revisions

From LSJ

Κενῆς δὲ δόξης οὐδὲν ἀθλιώτερον → Nihil est inani gloria infelicius → Als leerer Ruhm jedoch ist nichts unseliger

Menander, Monostichoi, 289
(40)
 
mNo edit summary
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[τοιθορύκτρια]], ἡ, Α<br />αυτή που προκαλεί τρόμο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τανθαρύζω]] / [[τοιθορύσσω]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -[[τρία]] (<b>πρβλ.</b> <i>ὀλολύκ</i>-<i>τρια</i>)].
|mltxt=[[τανθαρύκτρια]] και [[τοιθορύκτρια]], ἡ, Α<br />αυτή που προκαλεί τρόμο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τανθαρύζω]] / [[τοιθορύσσω]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -[[τρία]] (<b>πρβλ.</b> [[ὀλολύκτρια]])].
}}
}}

Latest revision as of 18:27, 24 February 2021

Greek Monolingual

τανθαρύκτρια και τοιθορύκτρια, ἡ, Α
αυτή που προκαλεί τρόμο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τανθαρύζω / τοιθορύσσω + επίθημα -τρία (πρβλ. ὀλολύκτρια)].