3,273,005
edits
m (Text replacement - " τοῑς " to " τοῖς ") |
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πόθος''': ὁ, ἐπιθυμία σφοδρά, ἐπιθυμία | |lstext='''πόθος''': ὁ, ἐπιθυμία σφοδρά, ἐπιθυμία μετὰ στοργῆς ἢ λύπης (διά τι ἀπὸν ἢ ἀπολωλός), [[ἐπιπόθησις]], Λατ. desiderium (πρβλ. Πλάτ. Κρατ. 420Α), Ὅμ. ([[ὅστις]] προτιμᾷ τὸν τύπον [[ποθή]]), Ἡρόδ., Πίνδ., Ἀττ.· π. ἱκνεῖταί τινα Σοφ. Φιλ. 601· αἰτεῖς ἃ τεύξει· σὺν πόθῳ γὰρ ἡ [[χάρις]], τὸ [[δῶρον]] συνοδεύεται μὲ ἐπιθυμίαν τοῦ δωρεῖσθαι, ὁ αὐτ. ἐν Ο. Κ. 1106. 2) μετὰ γεν· ἀντικειμ., π. ἡνιόχοιο Ἰλ. Ρ. 439· [[ἀλλά]] μ’ Ὀδυσσῆος [[πόθος]] αἴνυται Ὀδ. Ξ. 144· γλυκὺν π. Ἀργοῦς Πινδ. Π. 4. 327· ἀνδρῶν πόθῳ Αἰσχύλ. Πέρσ. 133, πρβλ. Ἀγ. 414· τοῦ βίου δ’ οὐδεὶς π. Σοφ. Ἠλ. 822· ἔλαβε [αὐτοὺς] [[πόθος]]… τῆς πόλιος Ἡρόδ. Ι. 165· ἀποθανόντος [[αὐτοῦ]] πόθον ἔχειν πάντας ὁ αὐτ. 3. 67, πρβλ. Σοφ. Φιλ. 646, Ἀριστοφ. Βατρ. 66· οὕτω μετὰ κτητικῆς ἀντωνυμ., σὸς [[πόθος]], ὁ πρὸς σὲ [[πόθος]], Ὀδ. Λ. 202, πρβλ. Ἀριστ. Εἰρ. 585· τοὐμῷ π. Σοφ. Ο. Τ. 969, πρβλ. Ο. Κ. 419· ― πότερα πόθοισι; [[ἕνεκα]] πόθου ἆρά γε; [[αὐτόθι]] 332· τὰς ἐν τοῖς θρήνοις καὶ πόθοις ἡδονὰς Πλάτ. Φίληβ. 48Α. ΙΙ. σφοδρὰ ἐρωτικὴ ἐπιθυμία, [[τοῖος]] γὰρ κραδίην [[πόθος]] αἴνυτο ποιμένα λαῶν Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 41 ([[ὅστις]] [[οὐδαμοῦ]] χρῆται τῷ τύπῳ [[ποθή]]), Αἰσχύλ. Πρ. 654, Σοφ. Τρ. 107, 368, Θεόκρ. 2. 143, κτλ.· πόθου κέντρα Πλάτ. Φαῖδρ. 253Ε· τὸν π. τὸν ἐξ ἐμοῦ Σοφ. Τρ. 631· ― [[καθόλου]], ἐπιθυμία, πόθῳ θανεῖν (δηλ. τοῦ θανεῖν) Εὐρ. Ἀνδρ. 824· π. γυναικὸς Ἀριστοφ. Βάτρ. 55. 2) προσωποποιεῖται ἐν Αἰσχύλ. Ἱκέτ. 1040, [[ἔνθα]] ὁ Πόθος καὶ ἡ Πειθὼ [[εἶναι]] τέκνα τῆς Κύπριδος· Ἔρως καὶ Ἵμερος καὶ Π. Παυσ. 1. 43, 6· Κύπρι Πόθων μῆτερ, τὸ τοῦ Ὁρανίου mater saeva Cupidinum, Ἀνθ. Π. 10. 21. ΙΙΙ. [[εἶδος]] φυτοῦ [[ὅπερ]] ἐφυτεύετο ἐπὶ τάφων, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 6. 8, 3. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly |