3,273,006
edits
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''στρουθίον''': τό, ὑποκοριστ. τοῦ στρουθὸς (ΙΙ), Ἀναξανδρ. ἐν «Ἀντ.» 1, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 5. 2, 4., 9. 7, 10. ΙΙ. ὑποκορ. τοῦ στρουθὸς (ΙΙ), [[σμηκτρὶς]] [[βοτάνη]], «σαπουνόχορτον», φυτὸν χρήσιμον εἰς κάθαρσιν ἐρίων, «τσουένι», Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 6. 4, 3, κ. ἀλλ., Ἡσύχ.· στρουθίου [[ῥίζα]] Ἱππ. 571. 54· [[κλαδίσκος]] ἢ [[στέφανος]] ἐκ τοῦ φυτοῦ τουτου, Εὔβουλ. ἐν «Στεφανοπώλισι» 2 ( | |lstext='''στρουθίον''': τό, ὑποκοριστ. τοῦ στρουθὸς (ΙΙ), Ἀναξανδρ. ἐν «Ἀντ.» 1, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 5. 2, 4., 9. 7, 10. ΙΙ. ὑποκορ. τοῦ στρουθὸς (ΙΙ), [[σμηκτρὶς]] [[βοτάνη]], «σαπουνόχορτον», φυτὸν χρήσιμον εἰς κάθαρσιν ἐρίων, «τσουένι», Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 6. 4, 3, κ. ἀλλ., Ἡσύχ.· στρουθίου [[ῥίζα]] Ἱππ. 571. 54· [[κλαδίσκος]] ἢ [[στέφανος]] ἐκ τοῦ φυτοῦ τουτου, Εὔβουλ. ἐν «Στεφανοπώλισι» 2 (μετὰ παιδιᾶς ἐπὶ τῆς λέξεως στρουθὸς ΙΙΙ), πρβλ. Ἀθήν. 679Β· φέρεται [[στρούθειον]], (-εῖον διάφ. γρ.), Ὀρφ. Ἀργ. 963. | ||
}} | }} | ||
{{StrongGR | {{StrongGR |