ισόδρομος: Difference between revisions
From LSJ
τραχὺς ἐντεῦθεν μελάμπυγός τε τοῖς ἐχθροῖς ἅπασιν → he is a tough black-arse towards his enemies, he is a veritable Heracles towards his enemies
(18) |
|||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἰσόδρομος]], -ον, θηλ. και ισοδρόμη (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που τρέχει ίσα, που συμβαδίζει με άλλον<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «ἰσόδρομον [[μῆκος]]» — [[δρόμος]] του ίδιου μήκους<br />β) «ή ισοδρόμη Μήτηρ» — η Κυβέλη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἰσ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>δρομος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[δρόμος]]), | |mltxt=[[ἰσόδρομος]], -ον, θηλ. και ισοδρόμη (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που τρέχει ίσα, που συμβαδίζει με άλλον<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «ἰσόδρομον [[μῆκος]]» — [[δρόμος]] του ίδιου μήκους<br />β) «ή ισοδρόμη Μήτηρ» — η Κυβέλη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἰσ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>δρομος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[δρόμος]]), [[πρβλ]]. [[ιερό]]-<i>δρομος</i>, <i>νεό</i>-<i>δρομος</i>]. | ||
}} | }} |