Anonymous

καλοτάξιδος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ."
(18)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο<br /><b>1.</b> (για [[πλοίο]]) α) αυτό που πλέει με [[ευστάθεια]], που κάνει καλό [[ταξίδι]], που αντέχει στην [[τρικυμία]]<br />β) αυτό που ταξιδεύει με αίσιους οιωνούς, με ευνοϊκές οικονομικές συνθήκες, που επιχειρεί επικερδές [[ταξίδι]]<br /><b>2.</b> (για ανθρώπους) αυτός που ταξιδεύει ή ταξίδεψε άνετα, ευχάριστα, με γαλήνια [[θάλασσα]] («φθάσαμε καλοτάξιδοι στο [[νησί]]»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>καλ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>τάξιδος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ταξίδι]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>αργο</i>-<i>τάξιδος</i>, <i>πρωτο</i>-<i>τάξιδος</i>].
|mltxt=-η, -ο<br /><b>1.</b> (για [[πλοίο]]) α) αυτό που πλέει με [[ευστάθεια]], που κάνει καλό [[ταξίδι]], που αντέχει στην [[τρικυμία]]<br />β) αυτό που ταξιδεύει με αίσιους οιωνούς, με ευνοϊκές οικονομικές συνθήκες, που επιχειρεί επικερδές [[ταξίδι]]<br /><b>2.</b> (για ανθρώπους) αυτός που ταξιδεύει ή ταξίδεψε άνετα, ευχάριστα, με γαλήνια [[θάλασσα]] («φθάσαμε καλοτάξιδοι στο [[νησί]]»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>καλ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>τάξιδος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ταξίδι]]), [[πρβλ]]. <i>αργο</i>-<i>τάξιδος</i>, <i>πρωτο</i>-<i>τάξιδος</i>].
}}
}}