κομματούλι: Difference between revisions

From LSJ

Ἔνεγκε λύπην καὶ βλάβην εὐσχημόνως → Damna ac dolores disce generose pati → Mit schicklichem Anstand trage Trauer und Verlust

Menander, Monostichoi, 151
(21)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=και κομματσούλι, το (Μ [[κομματούλι]] και κομματσούλι)<br />μικρό [[κομμάτι]], [[κομματάκι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κομμάτι]] <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. -<i>ούλι</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>περιοδικ</i>-<i>ούλι</i>, <i>χερ</i>-<i>ούλι</i>). Ο τ. <i>κομματσούλι</i> σχηματίστηκε με τσιτακισμό ([[τροπή]] του -<i>τ</i>- και -<i>κ</i>- σε -<i>τσ</i>-)].
|mltxt=και κομματσούλι, το (Μ [[κομματούλι]] και κομματσούλι)<br />μικρό [[κομμάτι]], [[κομματάκι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κομμάτι]] <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. -<i>ούλι</i> ([[πρβλ]]. <i>περιοδικ</i>-<i>ούλι</i>, <i>χερ</i>-<i>ούλι</i>). Ο τ. <i>κομματσούλι</i> σχηματίστηκε με τσιτακισμό ([[τροπή]] του -<i>τ</i>- και -<i>κ</i>- σε -<i>τσ</i>-)].
}}
}}

Revision as of 13:40, 23 August 2021

Greek Monolingual

και κομματσούλι, το (Μ κομματούλι και κομματσούλι)
μικρό κομμάτι, κομματάκι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κομμάτι + υποκορ. κατάλ. -ούλι (πρβλ. περιοδικ-ούλι, χερ-ούλι). Ο τ. κομματσούλι σχηματίστηκε με τσιτακισμό (τροπή του -τ- και -κ- σε -τσ-)].