κεύθος: Difference between revisions

From LSJ

θεὸς δ' ἁμαρτάνουσιν οὐ παρίσταται → God doesn't stand by those who do wrong → A peccatore sese numen segregat → Ein Gott steht denen, die da freveln, niemals bei

Menander, Monostichoi, 252
(20)
 
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=κεῡθος, τὸ (Α) [[κεύθω]]<br />[[κευθμών]], [[κρυψώνας]], [[βάθος]], [[άδυτο]], ενδότερο [[σημείο]] (α. «ὑπὸ κεύθεσι γαίης» — στα [[βάθη]] της γης, <b>Ομ. Ιλ.</b><br />β. «κεῡθος οἴκων» — τα εσωτερικά δωμάτια τών σπιτιών, <b>Ευρ.</b><br />γ. κεῡθος πόντου» — τα [[βάθη]] της θάλασσας, Οππ.<br />δ. «κεύθεα νηοῡ» — το [[άδυτο]] του ναού, Μουσαί.).
|mltxt=κεῡθος, τὸ (Α) [[κεύθω]]<br />[[κευθμών]], [[κρυψώνας]], [[βάθος]], [[άδυτο]], ενδότερο [[σημείο]] (α. «ὑπὸ κεύθεσι γαίης» — στα [[βάθη]] της γης, <b>Ομ. Ιλ.</b><br />β. «κεῡθος οἴκων» — τα εσωτερικά δωμάτια τών σπιτιών, <b>Ευρ.</b><br />γ. κεῡθος πόντου» — τα [[βάθη]] της θάλασσας, Οππ.<br />δ. «κεύθεα νηοῦ» — το [[άδυτο]] του ναού, Μουσαί.).
}}
}}

Latest revision as of 20:05, 13 June 2022

Greek Monolingual

κεῡθος, τὸ (Α) κεύθω
κευθμών, κρυψώνας, βάθος, άδυτο, ενδότερο σημείο (α. «ὑπὸ κεύθεσι γαίης» — στα βάθη της γης, Ομ. Ιλ.
β. «κεῡθος οἴκων» — τα εσωτερικά δωμάτια τών σπιτιών, Ευρ.
γ. κεῡθος πόντου» — τα βάθη της θάλασσας, Οππ.
δ. «κεύθεα νηοῦ» — το άδυτο του ναού, Μουσαί.).