3,277,807
edits
(6_11) |
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ") |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 4: | Line 4: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πᾰτᾰγητικός''': -ή, -όν, ὁ παταγῶν, θορυβῶν, [[κόσσυφος]] παταγητικὸς ἐξ ᾠδικοῦ γενόμενος Κλήμ. Ἀλ. 221. | |lstext='''πᾰτᾰγητικός''': -ή, -όν, ὁ παταγῶν, θορυβῶν, [[κόσσυφος]] παταγητικὸς ἐξ ᾠδικοῦ γενόμενος Κλήμ. Ἀλ. 221. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -όν, Α [[παταγῶ]]<br /><b>1.</b> αυτός που κάνει πάταγο, [[θορυβώδης]]<br /><b>2.</b> (για [[πτηνό]]) αυτός που κρώζει («[[κόσσυφος]] [[παταγητικός]] ἐξᾠδικοῦ γενόμενος», Κλήμ.). | |||
}} | }} |