ἀπερωεύς: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=έως, <i>épq.</i> ῆος (ὁ) :<br />qui arrête.<br />'''Étymologie:''' [[ἀπερωέω]].
|btext=έως, <i>épq.</i> ῆος (ὁ) :<br />qui arrête.<br />'''Étymologie:''' [[ἀπερωέω]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἀπερωεύς:''' έως, эп. ῆος ὁ разрушитель, помеха (μενέων τινός Hom.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 30: Line 33:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀπερωεύς:''' -έως, ὁ, αυτός που εναντιώνεται, που προβάλλει [[εμπόδιο]] σε [[κάτι]], σε Ομήρ. Ιλ.
|lsmtext='''ἀπερωεύς:''' -έως, ὁ, αυτός που εναντιώνεται, που προβάλλει [[εμπόδιο]] σε [[κάτι]], σε Ομήρ. Ιλ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀπερωεύς:''' έως, эп. ῆος ὁ разрушитель, помеха (μενέων τινός Hom.).
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[ἀπερωέω]]<br />a thwarter, Il.
|mdlsjtxt=[[ἀπερωέω]]<br />a thwarter, Il.
}}
}}