generador: Difference between revisions
From LSJ
Εὐνοῦχος ἄλλο θηρίον τῶν ἐν βίῳ → Eunuchus, alia vitam spurcans bestia → Ein weitres Lebensungetüm ist der Eunuch
(2) |
(CSV import) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{esel | {{esel | ||
|sltx=[[ | |sltx=[[γενέθλιος]], [[γενητικός]], [[γεννητικός]], [[γονοποιός]], [[γονόεις]], [[ἀναγεννητικός]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 18:30, 10 October 2022
Spanish > Greek
γενέθλιος, γενητικός, γεννητικός, γονοποιός, γονόεις, ἀναγεννητικός