ἀβακέως: Difference between revisions

From LSJ

Βίον καλὸν ζῇς, ἂν γυναῖκα μὴ τρέφῃς → Uxorem si non duxis, vives commodeGut ist dein Leben, wenn du keine Frau ernährst

Menander, Monostichoi, 78
(6_23)
 
m (eles replacement)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀβακέως''': καὶ ἀβακῶς, ἐπίρρ. [[πράως]], ἡσύχως· «[[ἀβακέως]] εὔδοντι.» Ἐτυμ. Μ. 2) ἀσυνέτως, Ποιητ.
|lstext='''ἀβακέως''': καὶ ἀβακῶς, ἐπίρρ. [[πράως]], ἡσύχως· «[[ἀβακέως]] εὔδοντι.» Ἐτυμ. Μ. 2) ἀσυνέτως, Ποιητ.
}}
{{eles
|esgtx=[[tranquilamente]]
}}
}}

Revision as of 17:00, 12 October 2022

Greek (Liddell-Scott)

ἀβακέως: καὶ ἀβακῶς, ἐπίρρ. πράως, ἡσύχως· «ἀβακέως εὔδοντι.» Ἐτυμ. Μ. 2) ἀσυνέτως, Ποιητ.

Spanish

tranquilamente