κορυδαλλός: Difference between revisions

m
pape replacement
(Bailly1_3)
 
m (pape replacement)
 
(2 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{LSJ2
|Full diacritics=κορυδαλλός
|Medium diacritics=κορυδαλλός
|Low diacritics=κορυδαλλός
|Capitals=ΚΟΡΥΔΑΛΛΟΣ
|Transliteration A=korydallós
|Transliteration B=korydallos
|Transliteration C=korydallos
|Beta Code=korudallo/s
|Definition=ὁ, = [[κορυδός]].
}}
{{bailly
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br />alouette huppée, <i>oiseau</i>.<br />'''Étymologie:''' DELG [[κόρυς]].
|btext=οῦ (ὁ) :<br />alouette huppée, <i>oiseau</i>.<br />'''Étymologie:''' DELG [[κόρυς]].
}}
{{grml
|mltxt=και [[κορύδαλος]], ο (ΑM κορυδαλλός και κορυδαλός, Α και [[κορύδαλος]], Μ και ἀσκορδαλλός και ἀσκορδιαλλός και σκορδαλλός και σκορδιαλλός) [[ονομασία]], [[κοινή]] [[σήμερα]], στρουθιόμορφων ωδικών πτηνών που σύμφωνα με την ισχύουσα επιστημονική [[κατάταξη]] ανήκουν στην [[οικογένεια]] alarididae.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Βλ. λ. [[κόρυδος]]].
}}
{{pape
|ptext=ὁ, <i>die [[Haubenlerche]]</i>, = [[κορυδός]], Theocr. 10.50, nach Thom.Mag. [[attisch]]. Auch κορύδᾱλος geschr., Arist. <i>H.A</i>. 9.25.
}}
}}