3,273,006
edits
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (LSJ1 replacement) |
||
(12 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=schimatismos | |Transliteration C=schimatismos | ||
|Beta Code=sxhmatismo/s | |Beta Code=sxhmatismo/s | ||
|Definition=ὁ, < | |Definition=ὁ,<br><span class="bld">A</span> [[configuration]], <b class="b3">οἱ κατὰ μῆνα σχηματισμοί [τῆς σελήνης]</b> Arist.''Cael.''297b26, cf. Gem.9.11, Ptol.''Tetr.''1, Porph. ap. Eus.''PE''3.11; τοῦ [[στόμα]]τος Arist.''Aud.''800a23, cf. Phld.''Mus.''p.73 K.; τῆς φλογός Thphr.''Ign.''54.<br><span class="bld">2</span> [[bearing]], [[attitude]], <b class="b3">ὅλον τὸν τοῦ σώματος σχηματισμόν</b> Pl.''R.''425b, cf. Zeno Stoic.1.58 (pl.), Hipparch.1.4.10, Plu.''Dem.''9, ''Num.''8, ''Dio''13; <b class="b3">σχηματισμοὶ προσώπου</b> [[expression]]s [[assume]]d by . ., D.H.''Dem.''54; τοῦ τε προσώπου καὶ τῶν χειρῶν Plu.2.1047a.<br><span class="bld">3</span> in bad sense, [[assumption of manner]], σχηματισμοῦ καὶ φρονήματος κενοῦ . . ἐμπιπλάμενος Pl.''R.''494d: generally, [[assumption]] of what does not belong to one, [[pretence]], Plu.''Nic.''3, ''Arat.''49.<br><span class="bld">II</span> [[σχῆμα]], [[shape]], even of something [[immutable]], as an [[atom]], Epicur.''Ep.''1p.15U. (pl.), al.<br><span class="bld">2</span> the [[atom]] itself, ὁ πυρὸς ἀποτελεστικὸς σχηματισμὸς ἐξολισθαίνων ἀστραπὴν γεννᾷ Id.''Ep.''2p.45, cf. p.46 U.<br><span class="bld">3</span> in Tactics, [[formation]], Ascl.''Tact.''12.1 (pl.).<br><span class="bld">III</span> in language, <b class="b3">ὁ ποιητικὸς σχηματισμός</b> the [[poetical]] [[formation]] ([[πελειάς]] = [[Πλειάς]]), Ath.11.490d; <b class="b3">πληθυντικὸς σχηματισμός</b> a [[plural]] [[form]], Dam.''Pr.''337.<br><span class="bld">2</span> [[figure]] in a [[dance]], Plot.4.4.33. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1055.png Seite 1055]] ὁ, Gestalt, Haltung, Gebehrde; σώματος, Plat. Rep. IV, 425 b; προσώπου, D. Hal. de vi Dem. 54; das Annehmen einer Gestalt, Haltung, Prunken, καὶ [[φρόνημα]] κενόν, Plat. Rep. IV, 494 d; αὐλῆς, Plat. Dio 13; dah. auch Verstellung, Plut. Num. 8, oft, u. a. Sp. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1055.png Seite 1055]] ὁ, [[Gestalt]], [[Haltung]], [[Gebehrde]]; σώματος, Plat. Rep. IV, 425 b; προσώπου, D. Hal. de vi Dem. 54; das Annehmen einer Gestalt, Haltung, Prunken, καὶ [[φρόνημα]] κενόν, Plat. Rep. IV, 494 d; αὐλῆς, Plat. Dio 13; dah. auch Verstellung, Plut. Num. 8, oft, u. a. Sp. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{bailly | ||
| | |btext=οῦ (ὁ) :<br /><b>I.</b> action de façonner, de composer (son visage, <i>etc.</i>);<br /><b>II.</b> [[extérieur]], [[air]], [[forme]], [[figure]] ; <i>particul.</i> :<br /><b>1</b> [[air hautain]], [[orgueil]];<br /><b>2</b> [[appareil imposant]], [[faste]];<br /><b>3</b> [[feinte]], [[dissimulation]], [[apparence]].<br />'''Étymologie:''' [[σχηματίζω]]. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=σχημᾰτισμός -ου, ὁ [σχηματίζω] [[houding]], [[gedrag]]:. ὅλον τὸν τοῦ σώματος σχηματισμόν de gehele lichaamshouding Plat. Resp. 425b. [[overdreven gedrag]], [[aanstellerij]], [[dikdoenerij]]:. οὐδενὸς ἐδεῖτο σχηματισμοῦ πρὸς τὸν ὄχλον hij had geen dikdoenerij nodig tegenover het volk Plut. Nic. 3.1. | |||
}} | }} | ||
{{ | {{elru | ||
| | |elrutext='''σχημᾰτισμός:''' ὁ<br /><b class="num">1</b> [[очертания]], [[форма]] (τῆς σελήνης Arst.);<br /><b class="num">2</b> [[убранство]] (αὐλῆς Plut.);<br /><b class="num">3</b> [[положение]], [[осанка]] (τοῦ σώματος Plat.);<br /><b class="num">4</b> [[выражение]], [[мимика]] (τοῦ προσώπου Plut.);<br /><b class="num">5</b> [[жестикуляция]] (τῶν [[χειρῶν]] Plut.);<br /><b class="num">6</b> [[пышность]], [[великолепие]] (ὁ [[ὄγκος]] καὶ σ. Plut.);<br /><b class="num">7</b> [[важничание]], [[чванство]] (πρὸς τὸν ὄχλον Plut.): σ. καὶ [[φρόνημα]] [[κενόν]] Plat. [[высокомерие]] и пустая самонадеянность. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο, ΝΜΑ [[σχηματίζω]]<br /><b>1.</b> το να σχηματίζεται [[κάτι]], να προσλαμβάνει [[σχήμα]], να παίρνει ορισμένη [[μορφή]], [[μορφοποίηση]]<br /><b>2.</b> <b>στρ.</b> η με ορισμένο τρόπο [[διάταξη]] τών [[ανδρών]] ενός τμήματος ή διαφόρων τμημάτων<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[διαμόρφωση]] («[[σχηματισμός]] ιδέας»)<br /><b>2.</b> [[οργάνωση]], [[συγκρότηση]] («[[σχηματισμός]] τάγματος»)<br /><b>3.</b> (<b>κατ' επέκτ.</b>) το [[τμήμα]] που οργανώνεται («σχηματισμοί προσκόπων»)<br /><b>4.</b> [[δημιουργία]], [[παραγωγή]] (α. «[[σχηματισμός]] πληγής» β. «[[σχηματισμός]] χημικής ενώσεως»)<br /><b>5.</b> <b>γραμμ.</b> α) [[σύνθεση]] (α. «[[σχηματισμός]] λέξεων» β. «[[σχηματισμός]] προτάσεων»)<br />β) ο [[τρόπος]] κλίσης τών κλιτών [[μερών]] του λόγου («[[σχηματισμός]] τών τύπων ενός ρήματος»)<br /><b>6.</b> <b>στρ.</b> α) [[μεγάλη]] [[μονάδα]] του στρατού, η οποία διοικείται από ανώτατο αξιωματικό και περιλαμβάνει μονάδες διαφόρων όπλων και σωμάτων<br />β) [[ομάδα]] αεροπλάνων που προχωρούν σε ορισμένη [[διάταξη]]<br /><b>7.</b> <b>ναυτ.</b> η σχετική [[θέση]] τών πλοίων του στόλου ή μιας μονάδας του στόλου, την οποία αυτά παίρνουν [[μετά]] από [[σήμα]] της ναυαρχίδας προκειμένου να πλεύσουν ή να εκτελέσουν πολεμική [[αποστολή]] (α. «[[σχηματισμός]] πορείας» β. «[[σχηματισμός]] μάχης»)<br /><b>8.</b> <b>γεωλ.</b> [[θεμελιώδης]] τυπική λιθοστρωματογραφική [[ενότητα]] που αποτελείται από ένα [[σύνολο]] γεωλογικών στρωμάτων<br /><b>9.</b> <b>φρ.</b> «[[δικτυωτός]] [[σχηματισμός]]»<br /><b>ανατ.</b> [[άθροισμα]] κυττάρων με [[ποικιλία]] μεγέθους και σχήματος, τα οποία [[είναι]] κατανεμημένα σε όλο το [[μήκος]] του εγκεφαλικού στελέχους, καταλαμβάνοντας την κεντρική [[μοίρα]] του<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «πληθυντικὸς [[σχηματισμός]]» — ο [[πληθυντικός]] [[αριθμός]] (Δαμασκ. Αρχ.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (με αρνητική σημ.) [[προσποιητός]], [[πλαστός]] [[τρόπος]]<br /><b>2.</b> (γενικά) [[υποκρισία]]<br /><b>3.</b> η [[μορφή]] με την οποία εμφανίζεται [[κάθε]] [[φορά]] [[κάτι]] (α. «οἱ κατὰ μῆνα σχηματισμοὶ τῆς σελήνης» — δηλ. οι φάσεις της σελήνης, <b>Αριστοτ.</b><br />β. «σχηματισμοὶ | |mltxt=ο, ΝΜΑ [[σχηματίζω]]<br /><b>1.</b> το να σχηματίζεται [[κάτι]], να προσλαμβάνει [[σχήμα]], να παίρνει ορισμένη [[μορφή]], [[μορφοποίηση]]<br /><b>2.</b> <b>στρ.</b> η με ορισμένο τρόπο [[διάταξη]] τών [[ανδρών]] ενός τμήματος ή διαφόρων τμημάτων<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[διαμόρφωση]] («[[σχηματισμός]] ιδέας»)<br /><b>2.</b> [[οργάνωση]], [[συγκρότηση]] («[[σχηματισμός]] τάγματος»)<br /><b>3.</b> (<b>κατ' επέκτ.</b>) το [[τμήμα]] που οργανώνεται («σχηματισμοί προσκόπων»)<br /><b>4.</b> [[δημιουργία]], [[παραγωγή]] (α. «[[σχηματισμός]] πληγής» β. «[[σχηματισμός]] χημικής ενώσεως»)<br /><b>5.</b> <b>γραμμ.</b> α) [[σύνθεση]] (α. «[[σχηματισμός]] λέξεων» β. «[[σχηματισμός]] προτάσεων»)<br />β) ο [[τρόπος]] κλίσης τών κλιτών [[μερών]] του λόγου («[[σχηματισμός]] τών τύπων ενός ρήματος»)<br /><b>6.</b> <b>στρ.</b> α) [[μεγάλη]] [[μονάδα]] του στρατού, η οποία διοικείται από ανώτατο αξιωματικό και περιλαμβάνει μονάδες διαφόρων όπλων και σωμάτων<br />β) [[ομάδα]] αεροπλάνων που προχωρούν σε ορισμένη [[διάταξη]]<br /><b>7.</b> <b>ναυτ.</b> η σχετική [[θέση]] τών πλοίων του στόλου ή μιας μονάδας του στόλου, την οποία αυτά παίρνουν [[μετά]] από [[σήμα]] της ναυαρχίδας προκειμένου να πλεύσουν ή να εκτελέσουν πολεμική [[αποστολή]] (α. «[[σχηματισμός]] πορείας» β. «[[σχηματισμός]] μάχης»)<br /><b>8.</b> <b>γεωλ.</b> [[θεμελιώδης]] τυπική λιθοστρωματογραφική [[ενότητα]] που αποτελείται από ένα [[σύνολο]] γεωλογικών στρωμάτων<br /><b>9.</b> <b>φρ.</b> «[[δικτυωτός]] [[σχηματισμός]]»<br /><b>ανατ.</b> [[άθροισμα]] κυττάρων με [[ποικιλία]] μεγέθους και σχήματος, τα οποία [[είναι]] κατανεμημένα σε όλο το [[μήκος]] του εγκεφαλικού στελέχους, καταλαμβάνοντας την κεντρική [[μοίρα]] του<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «πληθυντικὸς [[σχηματισμός]]» — ο [[πληθυντικός]] [[αριθμός]] (Δαμασκ. Αρχ.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (με αρνητική σημ.) [[προσποιητός]], [[πλαστός]] [[τρόπος]]<br /><b>2.</b> (γενικά) [[υποκρισία]]<br /><b>3.</b> η [[μορφή]] με την οποία εμφανίζεται [[κάθε]] [[φορά]] [[κάτι]] (α. «οἱ κατὰ μῆνα σχηματισμοὶ τῆς σελήνης» — δηλ. οι φάσεις της σελήνης, <b>Αριστοτ.</b><br />β. «σχηματισμοὶ τοῦ σώματος» — δηλ. οι στάσεις ή θέσεις, <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>4.</b> (στη φιλοσ. του Επικούρου) α) το [[σχήμα]], η [[μορφή]] ενός πράγματος, [[ιδίως]] αμετάβλητου, όπως [[είναι]] λ.χ. το [[άτομο]]<br />β) το ίδιο το [[άτομο]]<br /><b>5.</b> [[σχήμα]] λόγου<br /><b>6.</b> <b>αστρολ.</b> το να βρίσκεται [[ένας]] [[αστέρας]] σε μια ορισμένη [[θέση]]<br /><b>7.</b> [[τρόπος]] κόμμωσης<br /><b>8.</b> χορευτικό [[σχήμα]], [[φιγούρα]]<br /><b>9.</b> <b>φρ.</b> α) «ποιητικὸς [[σχηματισμός]]» — ο [[ποιητικός]] [[τρόπος]] έκφρασης <b>Αθήν.</b><br />β) «σχηματισμοὶ προσώπου» — οι διάφορες εκφράσεις του προσώπου (<b>Πλούτ.</b>). | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''σχημᾰτισμός:''' ὁ,<br /><b class="num">1.</b> το να λαμβάνει [[κάποιος]] ή [[κάτι]] μια συγκεκριμένη [[μορφή]] ή [[σχήμα]] ή να παρουσιάζεται με ποικίλες εκφράσεις στο πρόσωπό του· [[τρόπος]] συμπεριφοράς, [[φέρσιμο]], σε Πλάτ.<br /><b class="num">2.</b> με αρνητική [[σημασία]], επιτηδευμένη [[υιοθέτηση]] μιας έκφρασης ή συμπεριφοράς, [[προσποίηση]], [[υπόκριση]], στον ίδ. | |lsmtext='''σχημᾰτισμός:''' ὁ,<br /><b class="num">1.</b> το να λαμβάνει [[κάποιος]] ή [[κάτι]] μια συγκεκριμένη [[μορφή]] ή [[σχήμα]] ή να παρουσιάζεται με ποικίλες εκφράσεις στο πρόσωπό του· [[τρόπος]] συμπεριφοράς, [[φέρσιμο]], σε Πλάτ.<br /><b class="num">2.</b> με αρνητική [[σημασία]], επιτηδευμένη [[υιοθέτηση]] μιας έκφρασης ή συμπεριφοράς, [[προσποίηση]], [[υπόκριση]], στον ίδ. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{ls | ||
| | |lstext='''σχημᾰτισμός''': ὁ, τὸ λαμβάνειν σχῆμά τι ἢ μορφήν, ὅλον τὸν τοῦ σώματος σχ. Πλάτ. Πολ. 425Β. πρβλ. Πλουτ. Δημοσθ. 10, Νουμ. 8, Δίωνα 13· σχηματισμοὶ προσώπου, αἱ ποικίλαι ἐκφράσεις [[αὐτοῦ]], Διον. Ἁλ. π. Δημ. 54· τοῦ τε προσώπου καὶ τῶν χειρῶν Πλούτ. 2. 1017Α. 2) ἐπὶ κακῆς σημασίας, [[τρόπος]] προσπεποιημένος, σχηματισμοῦ καὶ φρονήματος κενοῦ... ἐμπιπλάμενος Πλάτ. Πολ. 494D· ― [[καθόλου]], [[μίμησις]] ἐκείνου [[ὅπερ]] δὲ ἔχει τις, [[προσποίησις]], [[ὑπόκρισις]], Πλουτ. Νικ. 3, Ἄρατ. 49, κλπ. ΙΙ. σχετικὴ [[θέσις]] ἢ ἄποψις, τῆς σελήνης Ἀριστ. π. Οὐρ. 2. 14, 17· τοῦ στόματος ὁ αὐτ. π. Ἀκουστ. 4· ἐπὶ γλώσσης ὁ ποιητικὸς σχ. Ἀθην. 490D. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=σχημᾰτισμός, οῦ, ὁ,<br /><b class="num">1.</b> the [[assumption]] of a [[certain]] [[form]] or [[appearance]], [[deportment]], Plat.<br /><b class="num">2.</b> in bad [[sense]], [[assumption]] of [[manner]], [[pretence]], Plat. | |mdlsjtxt=σχημᾰτισμός, οῦ, ὁ,<br /><b class="num">1.</b> the [[assumption]] of a [[certain]] [[form]] or [[appearance]], [[deportment]], Plat.<br /><b class="num">2.</b> in bad [[sense]], [[assumption]] of [[manner]], [[pretence]], Plat. | ||
}} | }} |