3,274,216
edits
(13) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(8 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=kallopistikos | |Transliteration C=kallopistikos | ||
|Beta Code=kallwpistiko/s | |Beta Code=kallwpistiko/s | ||
|Definition= | |Definition=καλλωπιστική, καλλωπιστικόν, = [[καλλυντήριος]], c. gen., Arr.Epict.2.23.14: ἡ [[καλλωπιστική]] (''[[sc.]]'' [[τέχνη]]) the [[art]] of [[embellishment]], Gal.14.766. | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1312.png Seite 1312]] ή, όν, zum Putzen, Zieren geschickt, Sp. | |||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''καλλωπιστικός''': -ή, -όν, = [[καλλυντήριος]], μετὰ γεν., Ἀρρ. Ἐπικτ. 2. 23, 14· ἡ καλλωπιστικὴ (δηλ. [[τέχνη]]), ἡ [[τέχνη]] τοῦ καλλωπίζειν, καλλύνειν, Γαλην 14, σ. 766. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ή, -ὁ (Α [[καλλωπιστικός]], -ή, -όν) [[καλλωπιστής]]<br /><b>1.</b> ο [[κατάλληλος]] ή ο [[χρήσιμος]] για καλλωπισμό και [[διακόσμηση]] («καλλωπιστικά φυτά»)<br /><b>2.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>η καλλωπιστική</i><br />η [[τέχνη]] του καλλωπισμού. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>καλλωπιστικώς</i> και -<i>ά</i><br />με εξωραϊστικό τρόπο, με καλλωπισμό. | |||
}} | }} |