poleo: Difference between revisions
From LSJ
Ῥῦσέ με δεινῶν νοσημάτων, ἱερώτατε, ἱερωσύνην συναρμόσας ἐν χαρᾷ και ἐπιστήμης τὸ πολύτιμον κεφάλαιον → Deliver me from grievous afflictions, most holy one, joining sanctity together in joy with the precious fountainhead of knowledge
mNo edit summary |
mNo edit summary |
||
Line 3: | Line 3: | ||
}} | }} | ||
{{esel | {{esel | ||
|sltx=[[ἄλβολον]], [[ | |sltx=[[ἄλβολον]], [[ἀνακτητικόν]], [[ἀρσενάκανθον]], [[βλησκούνιον]], [[βλῆχρος]], [[βληχώ]], [[βλήχων]], [[βληχώνιον]], [[γλάχων]], [[γλήχων]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 06:27, 15 October 2023
Latin > French (Gaffiot 2016)
pōleō, pour polleo : Fest. 205.
Spanish > Greek
ἄλβολον, ἀνακτητικόν, ἀρσενάκανθον, βλησκούνιον, βλῆχρος, βληχώ, βλήχων, βληχώνιον, γλάχων, γλήχων