μεταφορά: Difference between revisions

m
Text replacement - "===(\w+)===" to "===$1==="
m (Text replacement - "d’" to "d'")
m (Text replacement - "===(\w+)===" to "===$1===")
 
(7 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=metafora
|Transliteration C=metafora
|Beta Code=metafora/
|Beta Code=metafora/
|Definition=ἡ, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[transference]], <span class="bibl">Nicom.Com.1.35</span>; of ownership, <span class="bibl"><span class="title">BGU</span> 1127.37</span> (i B. C.). </span><span class="sense"><span class="bld">2</span> [[transport]], [[haulage]], <span class="bibl">Hero <span class="title">Bel.</span>102.11</span> (pl.); οἴνου <span class="bibl"><span class="title">POxy.</span>729.24</span> (ii A. D.). </span><span class="sense"><span class="bld">3</span> [[change]], [[phase]] of the moon, Plu. 2.923c. </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> Rhet., [[transference]] of a word [[to a new sense]], [[metaphor]], <span class="bibl">Isoc.9.9</span> (pl.), <span class="bibl">Arist.<span class="title">Po.</span>1457b6</span>, <span class="bibl"><span class="title">Rh.</span>1410b36</span>, <span class="bibl">Epicur.<span class="title">Nat.</span>28.5</span>, <span class="bibl">Plu.<span class="title">Cic.</span>40</span>, <span class="bibl">Demetr.<span class="title">Eloc.</span>78</span> (pl.), etc.</span>
|Definition=ἡ,<br><span class="bld">A</span> [[transference]], Nicom.Com.1.35; of [[ownership]], ''BGU'' 1127.37 (i B. C.).<br><span class="bld">2</span> [[transport]], [[haulage]], Hero ''Bel.''102.11 (pl.); οἴνου ''[[Oxyrhynchus Papyri|POxy.]]''729.24 (ii A. D.).<br><span class="bld">3</span> [[change]], [[phase]] of the moon, Plu. 2.923c.<br><span class="bld">II</span> Rhet., [[transference]] of a [[word]] to a new [[sense]], [[metaphor]], Isoc.9.9 (pl.), Arist.''Po.''1457b6, ''Rh.''1410b36, Epicur.''Nat.''28.5, Plu.''Cic.''40, Demetr.''Eloc.''78 (pl.), etc.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0156.png Seite 156]] ἡ, das Weg- u. Anderswohintragen, das Hinübertragen, bes. das Übertragen eines Wortes auf einen andern Begriff, der Gebrauch eines Wortes in uneigentlicher Bedeutung; δηλῶσαι μὴ μόνον τοῖς τεταγμένοις ὀνόμασιν ἀλλὰ τὰ μὲν ξένοις, τὰ δὲ καινοῖς, τὰ δὲ μεταφοραῖς, Isocr. 9, 9; Arist. poet. 21 u. oft bei den Rhett.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0156.png Seite 156]] ἡ, das Weg- u. Anderswohintragen, das Hinübertragen, bes. das Übertragen eines Wortes auf einen andern Begriff, der Gebrauch eines Wortes in uneigentlicher Bedeutung; δηλῶσαι μὴ μόνον τοῖς τεταγμένοις ὀνόμασιν ἀλλὰ τὰ μὲν ξένοις, τὰ δὲ καινοῖς, τὰ δὲ μεταφοραῖς, Isocr. 9, 9; Arist. poet. 21 u. oft bei den Rhett.
}}
{{bailly
|btext=ᾶς (ἡ) :<br />transport, <i>d'où</i><br /><b>1</b> changement (de la lune);<br /><b>2</b> <i>fig.</i> [[transport du sens propre au sens figuré]], [[métaphore]].<br />'''Étymologie:''' [[μεταφέρω]].
}}
{{elru
|elrutext='''μεταφορά:''' ἡ<br /><b class="num">1</b> [[перемещение]], [[вращение]] (τῆς σελήνης Plut.);<br /><b class="num">2</b> [[употребление слова в переносном значении]], [[метафора]] (μ. ἐστιν ὀνόματος ἀλλοτρίου [[ἐπιφορά]] Arst.).
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''μεταφορά''': ἡ, ὡς καὶ νῦν, τὸ μεταφέρειν, μετακομίζειν, Νικόμαχ. ἐν «Εἰλειθυίᾳ» 1. 35. 2) ἐν τῇ Ρητορικῇ, μεταφορὰ λέξεώς τινος εἰς νέαν σημασίαν, μεταφορικὸς [[τρόπος]] τοῦ λέγειν, τροπικὴ [[ἔκφρασις]], [[μεταφορά]], Λατ. translatio, Ἰσοκρ. 190D, πρβλ. Ἀριστ. Ποιητ. 21, 7, Ρητ. 3. 10, 7, κ. ἀλλ.
|lstext='''μεταφορά''': ἡ, ὡς καὶ νῦν, τὸ μεταφέρειν, μετακομίζειν, Νικόμαχ. ἐν «Εἰλειθυίᾳ» 1. 35. 2) ἐν τῇ Ρητορικῇ, μεταφορὰ λέξεώς τινος εἰς νέαν σημασίαν, μεταφορικὸς [[τρόπος]] τοῦ λέγειν, τροπικὴ [[ἔκφρασις]], [[μεταφορά]], Λατ. translatio, Ἰσοκρ. 190D, πρβλ. Ἀριστ. Ποιητ. 21, 7, Ρητ. 3. 10, 7, κ. ἀλλ.
}}
{{bailly
|btext=ᾶς (ἡ) :<br />transport, <i>d'où</i><br /><b>1</b> changement (de la lune);<br /><b>2</b> <i>fig.</i> transport du sens propre au sens figuré, métaphore.<br />'''Étymologie:''' [[μεταφέρω]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=η (ΑΜ [[μεταφορά]], Μ και [[μεταφορά]]) [[μεταφέρω]]<br /><b>1.</b> η [[ενέργεια]] και το [[αποτέλεσμα]] του [[μεταφέρω]], [[μετακόμιση]], [[μετατόπιση]], [[μετακομιδή]], [[κουβάλημα]] («η [[μεταφορά]] τών επίπλων μού στοίχισε μια [[περιουσία]]»)<br /><b>2.</b> η [[χρήση]] ενός όρου πλησιέστερου στην [[εμπειρία]] προκειμένου να εκφραστεί με αναλογική [[αντικατάσταση]] μια αφηρημένη [[έννοια]] [[χωρίς]] [[παρεμβολή]] κάποιου στοιχείου από το [[τυπικό]] της γλώσσας το οποίο να εισαγάγει μια [[παρομοίωση]] (α. «ο [[χειμώνας]] της ζωής» — τα [[γηρατειά]]<br />β. «σιδηροῖς καὶ ἀδαμαντίνοις λόγοις», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[μεταγλώττιση]], [[μετάφραση]]<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> νοερή [[μετάβαση]] από έναν [[τόπο]] σε [[άλλο]] ή από μια [[εποχή]] σε [[άλλη]]<br /><b>3.</b> (στη λογιστ.) α) η [[καταχώριση]] από τα ημερολόγια στα [[καθολικά]] και η [[αναγραφή]] ορισμένων ποσών ή συνόλων από [[σελίδα]] σε [[σελίδα]], από λογαριασμό σε λογαριασμό και από [[βιβλίο]] σε [[βιβλίο]]<br />β) <b>φρ.</b> «εις μεταφοράν» — [[φράση]] που σημειώνεται [[μετά]] από το [[άθροισμα]] τών κονδυλίων μιας σελίδας λογιστικού βιβλίου και σημαίνει ότι το [[άθροισμα]] αυτό μεταγράφεται στην [[αρχή]] της επόμενης σελίδας συνοδευόμενο από τη [[φράση]] «εκ μεταφοράς»<br /><b>4.</b> (γραφ. τέχν.) η [[μετατύπωση]] κειμένου, σχεδίου ή εικόνας, που πρόκειται να εκτυπωθεί, από ένα ενδιάμεσο φέρον [[μέσο]] —λ.χ. χημικό [[χαρτί]] ή φωτογραφικό φίλμ— στο τελικό [[μέσο]] εκτύπωσης, όπως [[είναι]], λ.χ., η λιθογραφική [[πλάκα]] ή το μεταλλικό [[έλασμα]]<br /><b>5.</b> <b>μουσ.</b> [[μετάθεση]] ενός μουσικού έργου σε [[άλλο]] τονικό ύψος, κν. τρανσπόρτο<br /><b>6.</b> <b>φυσ.</b> η [[κίνηση]] ενός στερεού σώματος [[κατά]] τη [[διάρκεια]] της οποίας όλα τα [[σημεία]] του διατηρούν ορισμένη σταθερή [[διεύθυνση]] σε οποιαδήποτε χρονική [[στιγμή]]<br /><b>7.</b> (φυσ.-μετεωρ.) [[διαδικασία]] μετάδοσης της θερμότητας μέσω της κίνησης ενός θερμότερου ρευστού<br /><b>8.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>οι μεταφορές</i><br /><b>συγκοιν.</b> το [[σύνολο]] τών διαφόρων τρόπων μετακίνησης προσώπων ή πραγμάτων από [[τόπο]] σε [[τόπο]] (α. «αστικές μεταφορές» β. «αεροπορικές μεταφορές» γ. «θαλάσσιες μεταφορές»)<br /><b>9.</b> <b>φρ.</b> α) «αριθμοί μεταφοράς»<br /><b>χημ.</b> εκφράσεις που χρησιμοποιούνται στην [[ηλεκτροχημεία]] και οι οποίες παρέχουν το [[κλάσμα]] του ολικού ρεύματος το οποίο μεταφέρεται από ένα ιόν [[μέσα]] σε ένα [[διάλυμα]]<br />β) «[[γραμμή]] μεταφοράς»<br /><b>(ηλεκτρ.)</b> ηλεκτρική [[γραμμή]] η οποία μεταφέρει ηλεκτρική [[ενέργεια]] από τον σταθμό παραγωγής στους σταθμούς κατανομής ή από τους σταθμούς κατανομής στους υποσταθμούς<br />γ) «[[χαρτί]] μεταφοράς»<br /><b>(φωτογρ.)</b> ειδικό [[χαρτί]] που επιτρέπει την [[αποτύπωση]] μιας εικόνας σε [[άλλη]] [[επιφάνεια]] με τον ίδιο τρόπο που γίνεται στις χαλκομανίες<br />δ) <b>(οικον.)</b> «[[μεταφορά]] κεφαλαίων» — [[διακίνηση]] ιδιωτικών κεφαλαίων από [[χώρα]] σε [[χώρα]] ή από [[τράπεζα]] σε [[τράπεζα]]<br />ε) «[[μέσα]] μεταφοράς<br /><b>βλ.</b> [[μέσο]]<br />στ) «[[σύμβαση]] μεταφοράς»<br /><b>(νομ.)</b> άτυπη, [[αμφοτεροβαρής]] εμπορική [[πράξη]] η οποία γίνεται από δύο πλευρές με χαρακτήρα μίσθωσης έργου και με την οποία ο [[ένας]] από τους συμβαλλομένους, [[δηλαδή]] ο [[μεταφορέας]], αναλαμβάνει να μεταφέρει πρόσωπα ή πράγματα σε ορισμένο [[τόπο]] και σε καθορισμένο χρόνο και ο [[άλλος]] συμβαλλόμενος, [[δηλαδή]] ο [[επιβάτης]], [[είναι]] υποχρεωμένος να καταβάλει τη συμφωνημένη [[αμοιβή]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[αλλαγή]] της φάσης της Σελήνης.
|mltxt=η (ΑΜ [[μεταφορά]], Μ και [[μεταφορά]]) [[μεταφέρω]]<br /><b>1.</b> η [[ενέργεια]] και το [[αποτέλεσμα]] του [[μεταφέρω]], [[μετακόμιση]], [[μετατόπιση]], [[μετακομιδή]], [[κουβάλημα]] («η [[μεταφορά]] τών επίπλων μού στοίχισε μια [[περιουσία]]»)<br /><b>2.</b> η [[χρήση]] ενός όρου πλησιέστερου στην [[εμπειρία]] προκειμένου να εκφραστεί με αναλογική [[αντικατάσταση]] μια αφηρημένη [[έννοια]] [[χωρίς]] [[παρεμβολή]] κάποιου στοιχείου από το [[τυπικό]] της γλώσσας το οποίο να εισαγάγει μια [[παρομοίωση]] (α. «ο [[χειμώνας]] της ζωής» — τα [[γηρατειά]]<br />β. «σιδηροῖς καὶ ἀδαμαντίνοις λόγοις», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[μεταγλώττιση]], [[μετάφραση]]<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> νοερή [[μετάβαση]] από έναν [[τόπο]] σε [[άλλο]] ή από μια [[εποχή]] σε [[άλλη]]<br /><b>3.</b> (στη λογιστ.) α) η [[καταχώριση]] από τα ημερολόγια στα [[καθολικά]] και η [[αναγραφή]] ορισμένων ποσών ή συνόλων από [[σελίδα]] σε [[σελίδα]], από λογαριασμό σε λογαριασμό και από [[βιβλίο]] σε [[βιβλίο]]<br />β) <b>φρ.</b> «εις μεταφοράν» — [[φράση]] που σημειώνεται [[μετά]] από το [[άθροισμα]] τών κονδυλίων μιας σελίδας λογιστικού βιβλίου και σημαίνει ότι το [[άθροισμα]] αυτό μεταγράφεται στην [[αρχή]] της επόμενης σελίδας συνοδευόμενο από τη [[φράση]] «εκ μεταφοράς»<br /><b>4.</b> (γραφ. τέχν.) η [[μετατύπωση]] κειμένου, σχεδίου ή εικόνας, που πρόκειται να εκτυπωθεί, από ένα ενδιάμεσο φέρον [[μέσο]] —λ.χ. χημικό [[χαρτί]] ή φωτογραφικό φίλμ— στο τελικό [[μέσο]] εκτύπωσης, όπως [[είναι]], λ.χ., η λιθογραφική [[πλάκα]] ή το μεταλλικό [[έλασμα]]<br /><b>5.</b> <b>μουσ.</b> [[μετάθεση]] ενός μουσικού έργου σε [[άλλο]] τονικό ύψος, κν. τρανσπόρτο<br /><b>6.</b> <b>φυσ.</b> η [[κίνηση]] ενός στερεού σώματος [[κατά]] τη [[διάρκεια]] της οποίας όλα τα [[σημεία]] του διατηρούν ορισμένη σταθερή [[διεύθυνση]] σε οποιαδήποτε χρονική [[στιγμή]]<br /><b>7.</b> (φυσ.-μετεωρ.) [[διαδικασία]] μετάδοσης της θερμότητας μέσω της κίνησης ενός θερμότερου ρευστού<br /><b>8.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>οι μεταφορές</i><br /><b>συγκοιν.</b> το [[σύνολο]] τών διαφόρων τρόπων μετακίνησης προσώπων ή πραγμάτων από [[τόπο]] σε [[τόπο]] (α. «αστικές μεταφορές» β. «αεροπορικές μεταφορές» γ. «θαλάσσιες μεταφορές»)<br /><b>9.</b> <b>φρ.</b> α) «αριθμοί μεταφοράς»<br /><b>χημ.</b> εκφράσεις που χρησιμοποιούνται στην [[ηλεκτροχημεία]] και οι οποίες παρέχουν το [[κλάσμα]] του ολικού ρεύματος το οποίο μεταφέρεται από ένα ιόν [[μέσα]] σε ένα [[διάλυμα]]<br />β) «[[γραμμή]] μεταφοράς»<br /><b>(ηλεκτρ.)</b> ηλεκτρική [[γραμμή]] η οποία μεταφέρει ηλεκτρική [[ενέργεια]] από τον σταθμό παραγωγής στους σταθμούς κατανομής ή από τους σταθμούς κατανομής στους υποσταθμούς<br />γ) «[[χαρτί]] μεταφοράς»<br /><b>(φωτογρ.)</b> ειδικό [[χαρτί]] που επιτρέπει την [[αποτύπωση]] μιας εικόνας σε [[άλλη]] [[επιφάνεια]] με τον ίδιο τρόπο που γίνεται στις χαλκομανίες<br />δ) <b>(οικον.)</b> «[[μεταφορά]] κεφαλαίων» — [[διακίνηση]] ιδιωτικών κεφαλαίων από [[χώρα]] σε [[χώρα]] ή από [[τράπεζα]] σε [[τράπεζα]]<br />ε) «[[μέσα]] μεταφοράς<br /><b>βλ.</b> [[μέσο]]<br />στ) «[[σύμβαση]] μεταφοράς»<br /><b>(νομ.)</b> άτυπη, [[αμφοτεροβαρής]] εμπορική [[πράξη]] η οποία γίνεται από δύο πλευρές με χαρακτήρα μίσθωσης έργου και με την οποία ο [[ένας]] από τους συμβαλλομένους, [[δηλαδή]] ο [[μεταφορέας]], αναλαμβάνει να μεταφέρει πρόσωπα ή πράγματα σε ορισμένο [[τόπο]] και σε καθορισμένο χρόνο και ο [[άλλος]] συμβαλλόμενος, [[δηλαδή]] ο [[επιβάτης]], [[είναι]] υποχρεωμένος να καταβάλει τη συμφωνημένη [[αμοιβή]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[αλλαγή]] της φάσης της Σελήνης.
}}
}}
{{elru
{{trml
|elrutext='''μεταφορά:''' ἡ<br /><b class="num">1)</b> [[перемещение]], [[вращение]] (τῆς σελήνης Plut.);<br /><b class="num">2)</b> [[употребление слова в переносном значении]], [[метафора]] (μ. ἐστιν ὀνόματος ἀλλοτρίου [[ἐπιφορά]] Arst.).
|trtx====[[transference]]===
Finnish: siirtäminen; French: [[transférence]]; Galician: translación; Greek: [[μεταφορά]], [[μεταβίβαση]]; Hungarian: átvitel, átszállítás, áthelyezés, átruházás; Italian: [[transferenza]]; Portuguese: [[baldeação]]; Russian: [[переправление]]; Spanish: [[transferencia]]
===[[transport]]===
Bulgarian: пренасяне, превозване, транспорт; Catalan: transport; Czech: doprava; Danish: transport; Dutch: [[vervoer]], [[transport]]; Finnish: kuljettaminen, kuljetus, siirtäminen, siirto; French: [[transport]]; Galician: transporte; Ido: transporto; Italian: [[trasporto]], [[porto]]; Japanese: 運送, 輸送; Latvian: transports, pārvešana; Malay: pengangkutan, transpor; Norwegian Bokmål: transport; Nynorsk: transport; Persian: ترابری‎; Polish: transport, przewóz; Portuguese: [[transporte]]; Romanian: transportare; Russian: [[перевозка]], [[транспортировка]]; Scottish Gaelic: còmhdhail, giùlan; Spanish: [[transporte]]; Swedish: befordran, frakt, förflyttning, transport; Tamil: போக்குவரத்து; Telugu: రవాణా
}}
}}