ασπιδοπηγός: Difference between revisions

From LSJ

τὸ δὲ μέλλον ἀκριβῶς οἶδεν οὐδεὶς θνατὸς ὅπᾳ φέρεται → but as for the future no mortal knows for certain where he is bound

Source
(6)
 
m (Text replacement - "-ίδος" to "-ίδος")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀσπιδοπηγός]], ο (Α)<br />αυτός που κατασκευάζει ασπίδες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ασπίς]] (-[[ίδος]]) <span style="color: red;">+</span> -[[πηγός]] <span style="color: red;"><</span> [[πήγνυμι]].
|mltxt=[[ἀσπιδοπηγός]], ο (Α)<br />αυτός που κατασκευάζει ασπίδες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ασπίς]] (-ίδος) <span style="color: red;">+</span> -[[πηγός]] <span style="color: red;"><</span> [[πήγνυμι]].
}}
}}

Latest revision as of 14:10, 1 March 2024

Greek Monolingual

ἀσπιδοπηγός, ο (Α)
αυτός που κατασκευάζει ασπίδες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ασπίς (-ίδος) + -πηγός < πήγνυμι.