3,274,216
edits
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1") |
|||
(13 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=sympotikos | |Transliteration C=sympotikos | ||
|Beta Code=sumpotiko/s | |Beta Code=sumpotiko/s | ||
|Definition= | |Definition=συμποτική, συμποτικόν, [[convivial]], συμποτικὰ πράγματα [[Aristophanes|Ar.]]''[[Acharnians|Ach.]]''1142; <b class="b3">νόμοι συμποτικοί</b> the [[law]]s [[of drinking-parties]], [[enforce]]d by the [[συμποσίαρχος]], [[Plato|Pl.]]''[[Leges|Lg.]]'' 671c; <b class="b3">συμποτικαὶ ἁρμονίαι</b> [[mode]]s [[suited for drinking-songs]], Id.''R.''398e; συμποτικὴ ([[μουσική]]) Phld.''Mus.''p.82 K.; ([[ἀρετή]]) Id.''D.''3''Fr.''76; <b class="b3">συμποτικοὶ διάλογοι</b>, work by [[Persaeus]], Ath.4.162b; <b class="b3">συμποτικὰ προβλήματα</b>, title of a work by Plu. (v. [[συμποσιακός]]) <b class="b3"> ὑπομνήματα συμποτικά</b>, of a work by [[Persaeus]], D.L.7.1; [[συμποτικός]] = a [[jolly fellow]], Ar.''V.''1209, Plb.31.13.8: Comp. συμποτικώτερος Luc.''Ep.Sat.''32: Sup. συμποτικώτατος Id.''Tim.''46, Philostr.''Im.''1.25. Adv. [[συμποτικῶς]] = [[convivially]] Poll.6.20. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0989.png Seite 989]] ή, όν, zum Gaste od. zum Gastmahle gehörig, dazu sich passend; προσμάνθανε ξυμποτικὸς εἶναι καὶ ξυνουσιαστικός, Ar. Vesp. 1208; συμποτικὰ τὰ πράγματα, Ach. 1107; νόμοι συμποτικοί, Plat. Legg. II, 671 c; ἁρμονίαι, Rep. III, 398 e; Folgde; ὁ σ., ein guter, unterhaltender Trinkgenoß, Gast, Pol. 31, 21, 8. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0989.png Seite 989]] ή, όν, zum Gaste od. zum Gastmahle gehörig, dazu sich passend; προσμάνθανε ξυμποτικὸς εἶναι καὶ ξυνουσιαστικός, Ar. Vesp. 1208; συμποτικὰ τὰ πράγματα, Ach. 1107; νόμοι συμποτικοί, Plat. Legg. II, 671 c; ἁρμονίαι, Rep. III, 398 e; Folgde; ὁ σ., ein guter, unterhaltender Trinkgenoß, Gast, Pol. 31, 21, 8. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ή, όν :<br /><b>1</b> [[qui concerne un festin]] <i>ou</i> des convives;<br /><b>2</b> [[bon convive]];<br /><i>Cp.</i> συμποτικώτερος, <i>Sp.</i> συμποτικώτατος.<br />'''Étymologie:''' [[συμπότης]]. | |||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=συμποτικός -ή -όν, Att. ook [[ξυμποτικός]] [συμπότης] passend bij een symposium, van of voor een symposium:; νόμοι συμποτικοί regels van het symposium Plat. Lg. 671c; συμποτικαί ἁρμονίαι toonsoorten die passen bij een symposium Plat. Resp. 398e; van personen: zich gedragend zoals het hoort bij een symposium. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext=<b class="num">I</b> [[пиршественный]] (πράγματα Arph.; νόμοι Plat.): συμποτικαὶ ἁρμονίαι Plut. застольные песни.<br /><b class="num">II</b> ὁ [[приятный собутыльник]] Arph., Polyb. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''συμποτικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς συμπότην ἢ εἰς [[συμπόσιον]], [[φαιδρός]], σ. πρήγματα Ἀριστοφ. Ἀχ. 1142· νόμοι σ., οἱ νόμοι οἱ ἰσχύοντες κατὰ τὸ [[συμπόσιον]] ἐπιβαλλόμενοι ὑπὸ τοῦ συμποσιάρχου, Πλάτ. Νόμ. 671C ([[ὅθεν]] ἡ [[φράσις]] συμπόσιονπαιδαγωγεῖν, [[αὐτόθι]] 641Β)· σ. ἁρμονίαι, μελῳδίαι ἁρμόζουσα εἰς ᾄσματα τοῦ συμποσίου, ὁ αὐτ. ἐν Πολ. 398Ε· σ. προβλήματα, ἐπιγραφὴ συγγράμματός τινος τοῦ Πλουτάρχου (ἴδε ἐν λ. [[συμποσιακός]])· σ. ὑπομνήματα Διογ. Λ. 7. 1· ― [[συμποτικός]] [[φαιδρός]], «ἀνοιχτόκαρδος» [[ἄνθρωπος]], παῦ’, ἀλλὰ δευρὶ κατακλινεὶς προσμάνθανε ξυμποτικὸς [[εἶναι]] καὶ ξυνουσιακὸς Ἀριστοφ. Σφ. 1209, πρβλ. Πολύβ. 31. 21, 8. ― Συγκρ. -ώτερος, Λουκ. Κρον. Ἐπιστ. 32· ὑπερθ. -ώτατος, ὁ αὐτ. ἐν Τίμ. 46. Ἐπίρρ. -κῶς, | |lstext='''συμποτικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς συμπότην ἢ εἰς [[συμπόσιον]], [[φαιδρός]], σ. πρήγματα Ἀριστοφ. Ἀχ. 1142· νόμοι σ., οἱ νόμοι οἱ ἰσχύοντες κατὰ τὸ [[συμπόσιον]] ἐπιβαλλόμενοι ὑπὸ τοῦ συμποσιάρχου, Πλάτ. Νόμ. 671C ([[ὅθεν]] ἡ [[φράσις]] συμπόσιονπαιδαγωγεῖν, [[αὐτόθι]] 641Β)· σ. ἁρμονίαι, μελῳδίαι ἁρμόζουσα εἰς ᾄσματα τοῦ συμποσίου, ὁ αὐτ. ἐν Πολ. 398Ε· σ. προβλήματα, ἐπιγραφὴ συγγράμματός τινος τοῦ Πλουτάρχου (ἴδε ἐν λ. [[συμποσιακός]])· σ. ὑπομνήματα Διογ. Λ. 7. 1· ― [[συμποτικός]] [[φαιδρός]], «ἀνοιχτόκαρδος» [[ἄνθρωπος]], παῦ’, ἀλλὰ δευρὶ κατακλινεὶς προσμάνθανε ξυμποτικὸς [[εἶναι]] καὶ ξυνουσιακὸς Ἀριστοφ. Σφ. 1209, πρβλ. Πολύβ. 31. 21, 8. ― Συγκρ. -ώτερος, Λουκ. Κρον. Ἐπιστ. 32· ὑπερθ. -ώτατος, ὁ αὐτ. ἐν Τίμ. 46. Ἐπίρρ. -κῶς, Πολυδ. Ϛ΄, 20. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
Line 24: | Line 30: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''συμποτικός:''' -ή, -όν, αυτός που ανήκει ή αρμόζει στο [[συμπόσιον]], σε αυτούς που πίνουν μαζί, [[φαιδρός]], [[χαρούμενος]], σε Αριστοφ.· <i>συμποτικαὶ ἁρμονίαι</i>, σκοποί που είναι κατάλληλοι για τραγούδια συμποσιαστών, σε Πλάτ.· [[συμποτικός]], [[φαιδρός]], [[κεφάτος]] [[άνθρωπος]], σε Αριστοφ.· συγκρ. <i>-ώτερος</i>, υπερθ. <i>-ώτατος</i>, σε Λουκ. | |lsmtext='''συμποτικός:''' -ή, -όν, αυτός που ανήκει ή αρμόζει στο [[συμπόσιον]], σε αυτούς που πίνουν μαζί, [[φαιδρός]], [[χαρούμενος]], σε Αριστοφ.· <i>συμποτικαὶ ἁρμονίαι</i>, σκοποί που είναι κατάλληλοι για τραγούδια συμποσιαστών, σε Πλάτ.· [[συμποτικός]], [[φαιδρός]], [[κεφάτος]] [[άνθρωπος]], σε Αριστοφ.· συγκρ. <i>-ώτερος</i>, υπερθ. <i>-ώτατος</i>, σε Λουκ. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=[[συμποτικός]], ή, όν [from [[συμπότης]]<br />of or for a [[συμπόσιον]], [[convivial]], [[jolly]], Ar.; ς. ἁρμονίαι [[airs]] suited for [[drinking]] songs, Plat.:— [[συμποτικός]] a [[jolly]] [[fellow]], Ar.:—comp. -ώτερος, Sup. -ώτατος, Luc. | |mdlsjtxt=[[συμποτικός]], ή, όν [from [[συμπότης]]<br />of or for a [[συμπόσιον]], [[convivial]], [[jolly]], Ar.; ς. ἁρμονίαι [[airs]] suited for [[drinking]] songs, Plat.:— [[συμποτικός]] a [[jolly]] [[fellow]], Ar.:—comp. -ώτερος, Sup. -ώτατος, Luc. | ||
}} | }} |