3,273,005
edits
m (Text replacement - "(==Translations==)(?s)(\n)(.*)($)" to "{{trml |trtx=$3 }}") |
|||
(10 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=iamvos | |Transliteration C=iamvos | ||
|Beta Code=i)/ambos | |Beta Code=i)/ambos | ||
|Definition=[ῐ], ὁ, < | |Definition=[ῐ], ὁ,<br><span class="bld">A</span> [[iamb]], [[iambus]], the [[metrical]] [[foot]], [[Plato|Pl.]]''[[Republic|R.]]'' 400b, etc.; ὁ ἴ. αὐτὴ.. ἡ λέξις ἡ τῶν πολλῶν Arist.''Rh.''1408b33; <b class="b3">δάκτυλος ὁ κατὰ ἴαμβον</b> = iambic type of dactyl (⏑ ‒ ⏑ ‒) Anon.Rhythm.''Oxy.''2.3, Aristid.Quint.1.17.<br><span class="bld">II</span> [[iambic verse]], Archil.22 (pl.) Pl.''Ion''534c, etc.; ἴαμβος τρίμετρος [[Herodotus|Hdt.]] 1.12; ἴαμβον [[Ἱππῶναξ|Ἱππώνακτος]] Ar.''Ra.''661, cf. Arist.''Rh.''1418b29, ''Po.''1448b33.<br><span class="bld">III</span> [[iambic]] [[poem]], such as those of [[Callimachus]], Str.8.3.30; esp. [[lampoon]], mostly in plural, [[Plato|Pl.]]''[[Leges|Lg.]]''935e, Arist.''Pol.''1336b20; ἐφ' ὑβριστῆρας ἰάμβους ''AP''7.352 (Mel.(?)): also in Prose, <b class="b3">οἱ καταλογάδην ἴαμβοι</b> Ath.10.445b.<br><span class="bld">b</span> of the persons lampooned, Luc.''Pseudol.'' 2.<br><span class="bld">2</span> a kind of [[extempore]] [[play]] got up by [[αὐτοκάβδαλος|αὐτοκάβδαλοι]], who themselves had the same name, Semus 20. (For the termination perhaps cf. [[διθύραμβος]], [[θρίαμβος]].) | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1233.png Seite 1233]] ὁ (s. [[ἰάπτω]] zu Ende; nach den Alten von Ιάμβη, s. Nom. pr.), der [[Jambus]], der bekannte Versfuß ñ –, Plat. Rep. III, 400 b; jambischer Vers, ἴαμβον Ἱππώνακτος ἀνεμιμνησκόμην Ar. Ran. 661, wie Strab. VIII, 354; im plur. jambisches Gedicht, ὁ δ' ἔπη, ὁ δ' ἰάμβους οἷός τε ποιεῖν Plat. Ion 534 c; ὡς ἱστορεῖ Ἀρχέλαος ἐν τοῖς ἰάμβοις Ath. XII, 554 e; οἱ [[καταλογάδην]] ἴαμβοι werden erwähnt X, 445 a; von Archilochos bes. zu Schmähgedichten gebraucht, daher auch Schmäh-, Spottgedicht, ἴαμβοι ὑβριστῆρες Mel. 119 (VII, 3521; λυσσῶντες Hsdriän. 5 (ib. 674, vgl. 69. 70). – Auch die Dichter u. Sänger hießen ἴαμβοι, bes. die einer Art improvisirten Drama's, auch αὐτοκάβδαλοι genannt, Ath. XIV, 622 b. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1233.png Seite 1233]] ὁ (s. [[ἰάπτω]] zu Ende; nach den Alten von Ιάμβη, s. Nom. pr.), der [[Jambus]], der bekannte Versfuß ñ –, Plat. Rep. III, 400 b; jambischer Vers, ἴαμβον Ἱππώνακτος ἀνεμιμνησκόμην Ar. Ran. 661, wie Strab. VIII, 354; im plur. jambisches Gedicht, ὁ δ' ἔπη, ὁ δ' ἰάμβους οἷός τε ποιεῖν Plat. Ion 534 c; ὡς ἱστορεῖ Ἀρχέλαος ἐν τοῖς ἰάμβοις Ath. XII, 554 e; οἱ [[καταλογάδην]] ἴαμβοι werden erwähnt X, 445 a; von Archilochos bes. zu Schmähgedichten gebraucht, daher auch Schmäh-, Spottgedicht, ἴαμβοι ὑβριστῆρες Mel. 119 (VII, 3521; λυσσῶντες Hsdriän. 5 (ib. 674, vgl. 69. 70). – Auch die Dichter u. Sänger hießen ἴαμβοι, bes. die einer Art improvisirten Drama's, auch αὐτοκάβδαλοι genannt, Ath. XIV, 622 b. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br /><b>1</b> ïambe, <i>pied composé d'une brève et d'une longue</i>;<br /><b>2</b> [[vers ïambique]].<br />'''Étymologie:''' [[ἰάπτω]] ; pour la finale, cf. [[διθύραμβος]], [[θρίαμβος]]. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἴαμβος:''' ὁ<br /><b class="num">1</b> [[ямбическая стопа]], [[ямб]] (∪‒) Plat., Arst.;<br /><b class="num">2</b> [[ямбический стих]] (Ἱππώνακτος Arph.): ἴ. [[τρίμετρος]] Her. ямбический триметр;<br /><b class="num">3</b> pl. ямбы, ямбическая поэма, т. е. сатира в ямбах (ἰάμβους ποιεῖν Plat.; ἴαμβοι ὑβριστῆρες Anth.). | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἴαμβος''': ὁ, μετρικὸς ποὺς συνιστάμενος ἐκ βραχείας καὶ μακρᾶς συλλαβ., Πλάτ. Πολ. 400Β, κτλ.· ὁ δ’ [[ἴαμβος]] αὐτή ἐστιν ἡ [[λέξις]] ἡ τῶν πολλῶν Ἀριστ. Ρητ. 3. 8, 4. ΙΙ. ἰαμβικὸς [[στίχος]], ὁ [[τρίμετρος]], ὃν κατὰ πρῶτον μετεχειρίσθησαν οἱ σκωπτικοὶ ποιηταὶ Ἀρχίλοχος καὶ Ἱππῶναξ ([[ὅθεν]] ὁ Ὁράτ. criminosi lambi), [[ἴαμβος]] [[τρίμετρος]] Ἡρόδ. 1. 12· [[ἴαμβος]] Ἰππώνακτος Ἀριστοφ. Βάτρ. 661, πρβλ. Ἀριστ. Ρητ. 3. 17, 16, Ποιητ. 4. 10. Πολιτικ. 7. 17, 11. ΙΙΙ. ἰαμβικὸν [[ποίημα]], Στράβ. 354· ἰδίως λοίδορον, ὑβριστικὸν [[ποίημα]], τὸ πλεῖστον κατὰ πληθ., Πλάτ. Ἴων 534C, Νόμ. 935Ε· ἐφ’ ὑβριστῆρας ἰάμβους Ἀνθ. Π. 7. 352, κτλ. 2) [[εἶδος]] αὐτοσχεδίων δραματικῶν ῥήσεων ἀπαγγελλομένων ὑπὸ τῶν αὐτοκαβδάλων καλουμένων, οἵτινες [[ὕστερον]] καὶ αὐτοὶ ὠνομάσθησαν ἴαμβοι, Σῆμος ὁ [[Δήλιος]] παρ’ Ἀθην. 622Β. (Ἐκ τοῦ [[ἰάπτω]], [[ἐπειδὴ]] ὑπῆρξεν ὁ ποὺς ἢ τὸ [[μέτρον]] [[ὅπερ]] κατὰ πρῶτον οἱ σατυρικοὶ ποιηταὶ μετεχειρίσθησαν, ἴδε ἀνωτ.· πρβλ. κορυφή, κόρυμβος. - Οἱ μυθολογοῦντες λέγουσιν ὅτι, ὅτε ἡ [[Δημήτηρ]] ἦτο κατατεθλιμμένη διὰ τὴν ἁρπαγὴν τῆς θυγατρός της Περσεφόνης, γραῖά τις καλουμένη Ἰάμβη σκώψασα τῆν θεὸν ἐποίησε μειδιᾶσαι Ἀπολλόδωρ. 1. 5, 3. - Ἡ [[κατάληξις]] ἀπαντᾷ καὶ ἐν ταῖς λέξεσι [[διθύραμβος]], θρίαμβος, ὧν τὴν ἀρχὴν ἀγνοοῦμεν). | |lstext='''ἴαμβος''': ὁ, μετρικὸς ποὺς συνιστάμενος ἐκ βραχείας καὶ μακρᾶς συλλαβ., Πλάτ. Πολ. 400Β, κτλ.· ὁ δ’ [[ἴαμβος]] αὐτή ἐστιν ἡ [[λέξις]] ἡ τῶν πολλῶν Ἀριστ. Ρητ. 3. 8, 4. ΙΙ. ἰαμβικὸς [[στίχος]], ὁ [[τρίμετρος]], ὃν κατὰ πρῶτον μετεχειρίσθησαν οἱ σκωπτικοὶ ποιηταὶ Ἀρχίλοχος καὶ Ἱππῶναξ ([[ὅθεν]] ὁ Ὁράτ. criminosi lambi), [[ἴαμβος]] [[τρίμετρος]] Ἡρόδ. 1. 12· [[ἴαμβος]] Ἰππώνακτος Ἀριστοφ. Βάτρ. 661, πρβλ. Ἀριστ. Ρητ. 3. 17, 16, Ποιητ. 4. 10. Πολιτικ. 7. 17, 11. ΙΙΙ. ἰαμβικὸν [[ποίημα]], Στράβ. 354· ἰδίως λοίδορον, ὑβριστικὸν [[ποίημα]], τὸ πλεῖστον κατὰ πληθ., Πλάτ. Ἴων 534C, Νόμ. 935Ε· ἐφ’ ὑβριστῆρας ἰάμβους Ἀνθ. Π. 7. 352, κτλ. 2) [[εἶδος]] αὐτοσχεδίων δραματικῶν ῥήσεων ἀπαγγελλομένων ὑπὸ τῶν αὐτοκαβδάλων καλουμένων, οἵτινες [[ὕστερον]] καὶ αὐτοὶ ὠνομάσθησαν ἴαμβοι, Σῆμος ὁ [[Δήλιος]] παρ’ Ἀθην. 622Β. (Ἐκ τοῦ [[ἰάπτω]], [[ἐπειδὴ]] ὑπῆρξεν ὁ ποὺς ἢ τὸ [[μέτρον]] [[ὅπερ]] κατὰ πρῶτον οἱ σατυρικοὶ ποιηταὶ μετεχειρίσθησαν, ἴδε ἀνωτ.· πρβλ. κορυφή, κόρυμβος. - Οἱ μυθολογοῦντες λέγουσιν ὅτι, ὅτε ἡ [[Δημήτηρ]] ἦτο κατατεθλιμμένη διὰ τὴν ἁρπαγὴν τῆς θυγατρός της Περσεφόνης, γραῖά τις καλουμένη Ἰάμβη σκώψασα τῆν θεὸν ἐποίησε μειδιᾶσαι Ἀπολλόδωρ. 1. 5, 3. - Ἡ [[κατάληξις]] ἀπαντᾷ καὶ ἐν ταῖς λέξεσι [[διθύραμβος]], θρίαμβος, ὧν τὴν ἀρχὴν ἀγνοοῦμεν). | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
Line 24: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἴαμβος:''' ὁ,<br /><b class="num">I.</b> [[ίαμβος]], [[μετρικός]] [[πόδας]] που αποτελείται από [[μία]] βραχεία και [[μία]] [[μακρά]] [[συλλαβή]], όπως το [[ἐγώ]], σε Πλάτ. κ.λπ.<br /><b class="num">II. 1.</b> [[ιαμβικός]] [[στίχος]], [[τρίμετρος]], σε Ηρόδ., Αριστοφ.<br /><b class="num">2.</b> ιαμβικό [[ποίημα]], σατυρικό, υβριστικό [[ποίημα]], σε Πλάτ. (από το [[ἰάπτω]] 2, [[επειδή]] οι ίαμβοι ήταν οι πρώτοι που χρησιμοποιήθηκαν από τους σατυρικούς ποιητές Αρχίλοχο και Ιππώνακτα· απ' όπου criminosi Iambi, σε Ρήτ.). | |lsmtext='''ἴαμβος:''' ὁ,<br /><b class="num">I.</b> [[ίαμβος]], [[μετρικός]] [[πόδας]] που αποτελείται από [[μία]] βραχεία και [[μία]] [[μακρά]] [[συλλαβή]], όπως το [[ἐγώ]], σε Πλάτ. κ.λπ.<br /><b class="num">II. 1.</b> [[ιαμβικός]] [[στίχος]], [[τρίμετρος]], σε Ηρόδ., Αριστοφ.<br /><b class="num">2.</b> ιαμβικό [[ποίημα]], σατυρικό, υβριστικό [[ποίημα]], σε Πλάτ. (από το [[ἰάπτω]] 2, [[επειδή]] οι ίαμβοι ήταν οι πρώτοι που χρησιμοποιήθηκαν από τους σατυρικούς ποιητές Αρχίλοχο και Ιππώνακτα· απ' όπου criminosi Iambi, σε Ρήτ.). | ||
}} | }} | ||
{{etym | {{etym | ||
Line 37: | Line 37: | ||
|ftr='''ἴαμβος''': {íambos}<br />'''Grammar''': m.<br />'''Meaning''': N. eines Versfußes und eines Verses, [[Jambus]], [[Spottvers]] (Archil., Hdt., att.).<br />'''Composita''' : Kompp., z. B. [[ἰαμβοποιός]] (Arist. u. a.), [[χωλίαμβος]] [[Hinkiambus]] (Demetr. ''Eloc''.; vgl. Risch IF 59, 284f.).<br />'''Derivative''': Ableitungen: [[ἰαμβικός]] [[iambisch]], [[spöttisch]] (Arist., D. H. u. a.), [[ἰαμβώδης]] [[spöttisch]] (Philostr.), [[ἰαμβύλος]] [[Spottdichter]] (Hdn.), [[ἰαμβύκη]] N. eines Instruments (Eup., H. u. a.; vgl. [[σαμβύκη]]), [[ἰαμβεῖος]] [[iambisch]], [[ἰαμβεῖον]] n. [[iambischer Vers]] (att. usw.). Denominative Verba: [[ἰαμβίζω]], -ιάζω [[in Jamben reden]], [[spotten]] (Gorg., Arist. usw.; vgl. v. Wilamowitz Glaube 2, 53) mit [[ἰαμβιστής]] [[Spottdichter]] (Ath.).<br />'''Etymology''' : Zur Form und Bedeutung vgl. [[διθύραμβος]], [[θρίαμβος]] (auch [[ἴθυμβος]]); wie diese ist [[ἴαμβος]] ohne Zweifel vorgriechischer Herkunft. Die mehrfachen vergeblichen Versuche, das Wort aus dem Idg. herzuleiten, die nunmehr nur wissenschaftsgeschichtliches Interesse beanspruchen können, sind bei Bq (mit Add. et corr.) referiert oder notiert; dazu noch die Lit. zu [[διθύραμβος]]. — Nach Theander Eranos 20, 1ff. zu ἰά; dazu Kretschmer Glotta 13, 243ff. (s. auch zu [[ἔλεγος]]).<br />'''Page''' 1,704 | |ftr='''ἴαμβος''': {íambos}<br />'''Grammar''': m.<br />'''Meaning''': N. eines Versfußes und eines Verses, [[Jambus]], [[Spottvers]] (Archil., Hdt., att.).<br />'''Composita''' : Kompp., z. B. [[ἰαμβοποιός]] (Arist. u. a.), [[χωλίαμβος]] [[Hinkiambus]] (Demetr. ''Eloc''.; vgl. Risch IF 59, 284f.).<br />'''Derivative''': Ableitungen: [[ἰαμβικός]] [[iambisch]], [[spöttisch]] (Arist., D. H. u. a.), [[ἰαμβώδης]] [[spöttisch]] (Philostr.), [[ἰαμβύλος]] [[Spottdichter]] (Hdn.), [[ἰαμβύκη]] N. eines Instruments (Eup., H. u. a.; vgl. [[σαμβύκη]]), [[ἰαμβεῖος]] [[iambisch]], [[ἰαμβεῖον]] n. [[iambischer Vers]] (att. usw.). Denominative Verba: [[ἰαμβίζω]], -ιάζω [[in Jamben reden]], [[spotten]] (Gorg., Arist. usw.; vgl. v. Wilamowitz Glaube 2, 53) mit [[ἰαμβιστής]] [[Spottdichter]] (Ath.).<br />'''Etymology''' : Zur Form und Bedeutung vgl. [[διθύραμβος]], [[θρίαμβος]] (auch [[ἴθυμβος]]); wie diese ist [[ἴαμβος]] ohne Zweifel vorgriechischer Herkunft. Die mehrfachen vergeblichen Versuche, das Wort aus dem Idg. herzuleiten, die nunmehr nur wissenschaftsgeschichtliches Interesse beanspruchen können, sind bei Bq (mit Add. et corr.) referiert oder notiert; dazu noch die Lit. zu [[διθύραμβος]]. — Nach Theander Eranos 20, 1ff. zu ἰά; dazu Kretschmer Glotta 13, 243ff. (s. auch zu [[ἔλεγος]]).<br />'''Page''' 1,704 | ||
}} | }} | ||
= | {{wkpen | ||
An iamb (/ˈaɪæm/) or iambus is a metrical foot used in various types of poetry. Originally the term referred to one of the feet of the quantitative meter of classical Greek prosody: a short syllable followed by a long syllable (as in "above"). This terminology was adopted in the description of accentual-syllabic verse in English, where it refers to a foot comprising an unstressed syllable followed by a stressed syllable (as in a-bove). | |wketx=An iamb (/ˈaɪæm/) or iambus is a metrical foot used in various types of poetry. Originally the term referred to one of the feet of the quantitative meter of classical Greek prosody: a short syllable followed by a long syllable (as in "above"). This terminology was adopted in the description of accentual-syllabic verse in English, where it refers to a foot comprising an unstressed syllable followed by a stressed syllable (as in a-bove). | ||
}} | |||
{{mantoulidis | |||
|mantxt=(=[[μετρικός]] πόδας ἀπό μία βραχεία καί μιά [[μακρά]] [[συλλαβή]]). Πιθανόν ἀπό τό [[ἰάπτω]] (=[[προσβάλλω]] μέ λόγια), [[ἐπειδή]] πρῶτοι οἱ σατυρικοί μεταχειρίστηκαν τόν ἴαμβο. Ἡ κατάληξη -αμβος βρίσκεται καί στίς λέξεις [[διθύραμβος]], [[θρίαμβος]]. | |||
}} | |||
{{trml | {{trml | ||
|trtx=als: jambus; be_x_old: ямб; be: ямб; bg: ямб; ca: iambe; cs: jamb; cv: ямб; da: jambe; de: Jambus; el: [[ίαμβος]]; en: iamb; eo: jambo; es: yambo; et: jamb; eu: ianbo; ext: yambu; fi: jambi; fr: iambe; gan: 弱強格; gl: iambo; grc: [[ἴαμβος]]; hu: jambus; hy: յամբ; io: iambo; is: rísandi tvíliður; it: giambo; ja: アイアンブ; ka: იამბიკო; ky: ямб; la: iambus; lv: jambs; nl: jambe; nn: jambe; no: jambe; pl: jamb; pt: iambo; ro: iamb; ru: ямб; sh: jamb; sk: jamb; sl: jamb; sr: jamb; sv: jamb; uk: ямб; zh: 抑揚格 | |trtx=als: jambus; be_x_old: ямб; be: ямб; bg: ямб; ca: iambe; cs: jamb; cv: ямб; da: jambe; de: Jambus; el: [[ίαμβος]]; en: iamb; eo: jambo; es: yambo; et: jamb; eu: ianbo; ext: yambu; fi: jambi; fr: iambe; gan: 弱強格; gl: iambo; grc: [[ἴαμβος]]; hu: jambus; hy: յամբ; io: iambo; is: rísandi tvíliður; it: giambo; ja: アイアンブ; ka: იამბიკო; ky: ямб; la: iambus; lv: jambs; nl: jambe; nn: jambe; no: jambe; pl: jamb; pt: iambo; ro: iamb; ru: ямб; sh: jamb; sk: jamb; sl: jamb; sr: jamb; sv: jamb; uk: ямб; zh: 抑揚格 | ||
}} | }} |