Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ῥῆγλα: Difference between revisions

From LSJ

Οὔτ' ἐν φθιμένοις οὔτ' ἐν ζωοῖσιν ἀριθμουμένη, χωρὶς δή τινα τῶνδ' ἔχουσα μοῖραν → Neither among the dead nor the living do I count myself, having a lot apart from these

Euripides, Suppliants, 968
(6_5)
 
mNo edit summary
 
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''ῥῆγλα''': ας, ἡ, = [[ῥόχανον]], (Λατ. regula), κοινῶς [[ῥῆγλα]], δι’ ἧς ὁμαλίζουσι, «κόπτουσι» τὸν διὰ κοιλοῦ μετρούμενον σῖτον, «ῥῆγλαι· σίδηρα ὡς ῥάβδοι» Ἡσύχ. 2) = [[ἔστωρ]], Διοκλητ. Ἀποσπ. ὑπὸ Mommsen (Lipsiae 1851) 15, 13.
|lstext='''ῥῆγλα''': ας, ἡ, = [[ῥόχανον]], (Λατ. [[regula]]), κοινῶς [[ῥῆγλα]], δι’ ἧς ὁμαλίζουσι, «κόπτουσι» τὸν διὰ κοιλοῦ μετρούμενον σῖτον, «ῥῆγλαι· σίδηρα ὡς ῥάβδοι» Ἡσύχ. 2) = [[ἔστωρ]], Διοκλητ. Ἀποσπ. ὑπὸ Mommsen (Lipsiae 1851) 15, 13.
}}
}}

Latest revision as of 18:27, 31 May 2024

Greek (Liddell-Scott)

ῥῆγλα: ας, ἡ, = ῥόχανον, (Λατ. regula), κοινῶς ῥῆγλα, δι’ ἧς ὁμαλίζουσι, «κόπτουσι» τὸν διὰ κοιλοῦ μετρούμενον σῖτον, «ῥῆγλαι· σίδηρα ὡς ῥάβδοι» Ἡσύχ. 2) = ἔστωρ, Διοκλητ. Ἀποσπ. ὑπὸ Mommsen (Lipsiae 1851) 15, 13.