3,270,791
edits
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">") |
mNo edit summary |
||
(26 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=idiotikos | |Transliteration C=idiotikos | ||
|Beta Code=i)diwtiko/s | |Beta Code=i)diwtiko/s | ||
|Definition= | |Definition=ἰδιωτική, ἰδιωτικόν,<br><span class="bld">A</span> [[of a private person]] or [[for a private person]], [[private]], <b class="b3">σῖτος καὶ ἑωυτοῦ καὶ ἰδιωτικός</b> [[Herodotus|Hdt.]]1.21; πύργος Id.4.164; opp. [[δημόσιος]], ἱερά ''SIG''1015.9 (Halic.); opp. [[κοινός]], [[οἰκία]]ι ib.987.5 (Chios, iv B.C.); opp. [[βασιλικός]], Pl.''Criti.''117b, cf. Isoc.9.72; ἰδιωτικὸν [[σύγγραμμα]], opp. [[πολιτικόν]], [[Plato|Pl.]]''[[Phaedrus|Phdr.]]''258d; <b class="b3">ἰ. τριήρεις</b>, opp. the Paralos, D.21.174; <b class="b3">οἰωνὸς οὐκ ἰδιωτικός</b>, i.e. indicating [[royalty]], X.''An.''6.1.23; <b class="b3">ἰδιωτικὴ τράπεζα</b> [[private]] [[bank]], ''PLond.''3.1168.21 (i A.D.); [[δάνειον|δάνεια]], opp. [[δημόσιος|δημόσια]], ib.932.8 (iii A.D.); συμβόλαια D.H.10.57; <b class="b3">ἰδιωτικοὶ λόγοι</b> [[speech]]es [[in private suits]], Id.''Dem.''56; <b class="b3">καθαρὸς ἀπὸ δημοσίου ἢ ἰδιωτικοῦ</b> [[free]] from [[public]] or [[private]] [[encumbrance]], ''BGU''446.15 (ii A.D.); <b class="b3">ἰδιωτικὸς κανών</b> [[impost]] [[on private land]], POxy.2124.10 (iv A.D.).<br><span class="bld">II</span> [[not done by rules of art]], [[unprofessional]], [[amateurish]], Pl.''Euthd.''282d; <b class="b3">φαῦλον καὶ ἰδιωτικόν</b> Id.''Hp.Ma.''287a, ''Ion''532e; λέξις S.E.''M.''1.234; λήμματα Gal. 5.213; of language, [[commonplace]], [[everyday]], τὸ ἰδιωτικόν Arist.''Po.''1458a21, 32, cf. D.L.10.13 (Sup.); but also, [[vulgar]], Phld.''Po.''2.71, Longin. 43.1. Adv., μὴ φαύλως μηδὲ [[ἰδιωτικῶς]] [[Plato|Pl.]]''[[Leges|Lg.]]''966e; ἰδιωτικῶς καὶ [[γελοίως]] Id.''Euthd.''278d; ἰδιωτικῶς ἔχειν Id.''Cra.''394a; <b class="b3">ἰδιωτικῶς τὸ σῶμα ἔχειν</b>, i.e. to [[neglect]] [[gymnastic]] [[exercise]]s, Id.''Lg.''839e, [[Xenophon|X.]]''[[Memorabilia|Mem.]]''3.12.1; also, [[in a special way]], Phld.''D.''3.8.<br><span class="bld">III</span> of persons, [[unprofessional]], Apollon.Cit. 3.<br><span class="bld">IV</span> <b class="b3">ἄρτοι ἰδιωτικοί</b> [[common]] [[bread]], ''UPZ''94.17 (ii B.C.).<br><span class="bld">V</span> <b class="b3">ἰδιωτικὸς βίος</b> [[cloistered]] [[life]], Marcellin.''Puls.''138. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1238.png Seite 1238]] den Privatmann betreffend; [[σῖτος]] καὶ [[ἑωυτοῦ]] (βασιλέως) καὶ [[ἰδιωτικός]] Her. 1, 21; | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1238.png Seite 1238]] den Privatmann betreffend; [[σῖτος]] καὶ [[ἑωυτοῦ]] (βασιλέως) καὶ [[ἰδιωτικός]] Her. 1, 21; <span class="ggns">Gegensatz</span> von [[βασιλικός]], Plat. Critia 117 b; [[εἴτε]] πολιτικὸν [[σύγγραμμα]] [[εἴτε]] ἰδιωτικόν Phaedr. 258 d; λόγοι Rep. VI, 492 d; Folgde; λόγοι, Privatsachen, D. Hal. de vi Dem. 56. – Kunstlos, unerfahren, unwissend, Plat. Ion 532 b Euthyd. 282 d u. Sp.; [[ὑπόνοια]], dem [[συνετός]] entggstzt, S. Emp. adv. phys. 1, 63. – Adv., ἰδιωτικῶς ἔχειν, unerfahren sein, Plat. Crat. 394 a; aber εὖ τὸ [[σῶμα]] ἔχων καὶ μὴ ἰδιωτικῶς ἢ φαύλως Legg. VIII, 839 e bezieht sich, wie Xen. Mem. 3, 12, 1 ff., auf vernachlässigte Ausbildung des Körpers durch die gymnastischen Übungen. Auch vom Ausdrucke, gemein, Arist. poet. 22. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ή, όν :<br /><b>1</b> d'homme privé, de simple particulier, de simple citoyen : ἰδιωτικὴ [[τριήρης]] DÉM galère privée, <i>p. opp. à la galère Paralienne</i>;<br /><b>2</b> [[qui concerne les gens du commun]], [[les ignorants]] ; trivial, vulgaire.<br />'''Étymologie:''' [[ἰδιώτης]]. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἰδιωτικός:''' (ῐδ)<br /><b class="num">1</b> [[частный]], [[принадлежащий частному лицу]] ([[σῖτος]] Her.; [[τριήρης]] Dem.; χωρία Arst.; [[βίος]] Plut.);<br /><b class="num">2</b> [[частный]], [[личный]] ([[σύγγραμμα]] Plat.);<br /><b class="num">3</b> [[простой]], [[обыкновенный]]: οἰωνὸς οὐκ ἰ. καὶ [[ἔνδοξος]] Xen. знамение незаурядное и предвещающее славу;<br /><b class="num">4</b> [[простонародный]] ([[γλῶττα]] Arst.): ἐν ἰδιωτικῷ σχῆματι Plat. в одежде простолюдина;<br /><b class="num">5</b> [[простой]], [[неискусный]] ([[παράδειγμα]] Plat.);<br /><b class="num">6</b> [[неученый]], [[неумелый]], [[грубый]] ([[ἀνήρ]], [[πρᾶγμα]] Plat.; ῥήτορες Arst.). | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἰδιωτικός''': -ή, -όν, ἀνήκων εἰς ἰδιώτην, [[σῖτος]] καὶ [[ἑαυτοῦ]] (τοῦ τυραννεύοντος τῆς Μιλήτου Θρασυβούλου) καὶ ἰδιωτικὸς Ἡρόδ. 1. 21· ἐς πύργον μέγαν... καταφυγόντας ἰδιωτικὸν 4. 164· ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ [[βασιλικός]], Πλάτ. Κριτί. 117Β· πρὸς τὸ [[πολιτικός]], ὁ αὐτ. ἐν Φαίδρ. 258D· ίδιωτικὴ [[τριήρης]], κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὴν Πάραλον, Δημ. 570, ἐν τέλ.· [[οἰωνός]] οὐκ ίδιωτικός, οὐχὶ ἐκ τῶν συνήθων, ἀλλὰ προμηνύων μέγα τι, Ξεν. Ἀν. 6. 1, 23· ἰδιωτικοὶ λόγοι, ὑποθέσεις ἰδιωτικαί, Διον. Ἁλ. περὶ Δημ. 56. ΙΙ. μὴ πεποιημένος κατὰ τοὺς κανόνας τῆς τέχνης, [[ἄξεστος]], ἄτεχνος, Πλάτ. Εὐθύδημ. 282D· φαῦλον καὶ ἰδιωτικὸν ὁ αὐτ. ἐν Ἱππ. Μείζ. 287, ἐν Ἴωνι 532D, Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 1. 234· τὸ ἰδ. ἐν τῇ λέξει Ἀριστ. Ποιητ. 22. 7 κἑξ.· ἐν τῷ Ἐπιρρ., μὴ φαύλως [[μηδὲ]] ἰδιωτικῶς Πλάτ. Νόμ. 966Ε, πρβλ. 839Ε· ἰδιωτικῶς καὶ γελοίως ὁ αὐτ. ἐν Εὐθυδ. 278D· ἰδιωτικῶς ἔχειν ὁ αὐτ. ἐν Κρατ. 394Α· [[οὕτως]], ἰδιωτικῶς τὸ [[σῶμα]] ἔχειν, ἀμελεῖν τῶν σωματικῶν ἀσκήσεων, Ξεν. Ἀπομν. 3. 12, 1· - πρβλ. [[ἰδιώτης]] ΙΙΙ. | |lstext='''ἰδιωτικός''': -ή, -όν, ἀνήκων εἰς ἰδιώτην, [[σῖτος]] καὶ [[ἑαυτοῦ]] (τοῦ τυραννεύοντος τῆς Μιλήτου Θρασυβούλου) καὶ ἰδιωτικὸς Ἡρόδ. 1. 21· ἐς πύργον μέγαν... καταφυγόντας ἰδιωτικὸν 4. 164· ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ [[βασιλικός]], Πλάτ. Κριτί. 117Β· πρὸς τὸ [[πολιτικός]], ὁ αὐτ. ἐν Φαίδρ. 258D· ίδιωτικὴ [[τριήρης]], κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὴν Πάραλον, Δημ. 570, ἐν τέλ.· [[οἰωνός]] οὐκ ίδιωτικός, οὐχὶ ἐκ τῶν συνήθων, ἀλλὰ προμηνύων μέγα τι, Ξεν. Ἀν. 6. 1, 23· ἰδιωτικοὶ λόγοι, ὑποθέσεις ἰδιωτικαί, Διον. Ἁλ. περὶ Δημ. 56. ΙΙ. μὴ πεποιημένος κατὰ τοὺς κανόνας τῆς τέχνης, [[ἄξεστος]], ἄτεχνος, Πλάτ. Εὐθύδημ. 282D· φαῦλον καὶ ἰδιωτικὸν ὁ αὐτ. ἐν Ἱππ. Μείζ. 287, ἐν Ἴωνι 532D, Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 1. 234· τὸ ἰδ. ἐν τῇ λέξει Ἀριστ. Ποιητ. 22. 7 κἑξ.· ἐν τῷ Ἐπιρρ., μὴ φαύλως [[μηδὲ]] ἰδιωτικῶς Πλάτ. Νόμ. 966Ε, πρβλ. 839Ε· ἰδιωτικῶς καὶ γελοίως ὁ αὐτ. ἐν Εὐθυδ. 278D· ἰδιωτικῶς ἔχειν ὁ αὐτ. ἐν Κρατ. 394Α· [[οὕτως]], ἰδιωτικῶς τὸ [[σῶμα]] ἔχειν, ἀμελεῖν τῶν σωματικῶν ἀσκήσεων, Ξεν. Ἀπομν. 3. 12, 1· - πρβλ. [[ἰδιώτης]] ΙΙΙ. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
Line 24: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἰδιωτικός:''' -ή, -όν,<br /><b class="num">I.</b> αυτός που χαρακτηρίζει ή αναφέρεται σε ιδιώτη, [[ιδιωτικός]], σε Ηρόδ., Αττ.<br /><b class="num">II.</b> μη κατασκευασμένος με τους κανόνες της τέχνης, [[άξεστος]], [[άτεχνος]], ερασιτεχνικός, σε Πλάτ. — επίρρ., [[ἰδιωτικῶς]] τὸ [[σῶμα]] ἔχειν, δηλ. [[παραμελώ]] τις γυμναστικές ασκήσεις, σε Ξεν. | |lsmtext='''ἰδιωτικός:''' -ή, -όν,<br /><b class="num">I.</b> αυτός που χαρακτηρίζει ή αναφέρεται σε ιδιώτη, [[ιδιωτικός]], σε Ηρόδ., Αττ.<br /><b class="num">II.</b> μη κατασκευασμένος με τους κανόνες της τέχνης, [[άξεστος]], [[άτεχνος]], ερασιτεχνικός, σε Πλάτ. — επίρρ., [[ἰδιωτικῶς]] τὸ [[σῶμα]] ἔχειν, δηλ. [[παραμελώ]] τις γυμναστικές ασκήσεις, σε Ξεν. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=[[ἰδιωτικός]], ή, όν [from [[ἰδιώτης]]<br /><b class="num">I.</b> of or for a [[private]] [[person]], [[private]], Hdt., [[ | |mdlsjtxt=[[ἰδιωτικός]], ή, όν [from [[ἰδιώτης]]<br /><b class="num">I.</b> of or for a [[private]] [[person]], [[private]], Hdt., [[Attic]]<br /><b class="num">II.</b> not done by rules of art, [[unprofessional]], [[unskilful]], [[rude]], Plat.:—adv., [[ἰδιωτικῶς]] τὸ [[σῶμα]] ἔχειν, i. e. to [[neglect]] [[gymnastic]] exercises, Xen. | ||
}} | }} | ||
{{WoodhouseReversedUncategorized | {{WoodhouseReversedUncategorized | ||
|woodrun=[[lay]], [[of a layman]], [[of a private person]] | |woodrun=[[lay]], [[of a layman]], [[of a private person]] | ||
}} | }} |