χρυσίδες: Difference between revisions
From LSJ
Ὅτ' εὐτυχεῖς, μάλιστα μὴ φρόνει μέγα → Minus insolesce, quo magis res prosperae → Wenn du im Glück bist, brüste dich am wenigsten
(47b) |
mNo edit summary |
||
(2 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=οι, Ν<br /><b>ζωολ.</b> [[οικογένεια]] υμενόπτερων εντόμων, της υπόταξης απόκριτα, με μεταλλικό χρωματισμό που θυμίζει πολύτιμους λίθους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., | |mltxt=οι, Ν<br /><b>ζωολ.</b> [[οικογένεια]] υμενόπτερων εντόμων, της υπόταξης απόκριτα, με μεταλλικό χρωματισμό που θυμίζει πολύτιμους λίθους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., [[πρβλ]]. νεολατ. <i>chrysidae</i> (<span style="color: red;"><</span> [[χρυσίς]], -ίδος)]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext=<b class="num">1</b> [[золотой сосуд]], [[золотая чаша]] (ὑάλινα ἐμπώματα καὶ χρυσίδες Arph.);<br /><b class="num">2</b> [[шитое золотом платье]]: χρυσίδας ἠμφιεσμένοι Luc. одетые в златотканные одежды;<br /><b class="num">3</b> [[расшитая золотом обувь]] или [[золоченая обувь]] (χρυσίδας ὑποδεῖσθαι Luc.). | |||
}} | }} |
Latest revision as of 16:32, 24 October 2024
Greek Monolingual
οι, Ν
ζωολ. οικογένεια υμενόπτερων εντόμων, της υπόταξης απόκριτα, με μεταλλικό χρωματισμό που θυμίζει πολύτιμους λίθους.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. νεολατ. chrysidae (< χρυσίς, -ίδος)].
Russian (Dvoretsky)
1 золотой сосуд, золотая чаша (ὑάλινα ἐμπώματα καὶ χρυσίδες Arph.);
2 шитое золотом платье: χρυσίδας ἠμφιεσμένοι Luc. одетые в златотканные одежды;
3 расшитая золотом обувь или золоченая обувь (χρυσίδας ὑποδεῖσθαι Luc.).