φραγμός: Difference between revisions

m
Text replacement - "X.''Cyn.''" to "X.''Cyn.''"
(strοng)
m (Text replacement - "X.''Cyn.''" to "X.''Cyn.''")
 
(33 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=fragmos
|Transliteration C=fragmos
|Beta Code=fragmo/s
|Beta Code=fragmo/s
|Definition=ὁ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">fencing in, blocking up</b>, τῆς ἀκουούσης πηγῆς <span class="bibl">S.<span class="title">OT</span>1387</span>. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">2</span> <b class="b2">intestinal obstruction</b>, Cael.Aur.<span class="title">CP</span>3.17. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> <b class="b2">fence, paling</b>, <span class="bibl">X.<span class="title">Cyn.</span> 11.4</span>, <span class="title">AP</span>9.343 (Arch.) <span class="bibl"><span class="title">BGU</span>1119.32</span> (i B. C.), <span class="bibl"><span class="title">Ev.Matt.</span>21.33</span>, etc.; <b class="b2">hedge</b>, <span class="bibl">Aesop.385</span>; <b class="b2">railing</b> of the bridge over the Hellespont, <span class="bibl">Hdt. 7.36</span>: <b class="b2">fortification</b>, ib.<span class="bibl">142</span>; of the diaphragm, <span class="bibl">Hp.<span class="title">Flat.</span>10</span>, <span class="bibl">Arist.<span class="title">PA</span> 672b20</span>; of the <b class="b2">shard</b> of beetles, ib.<span class="bibl">682b17</span>; of the teeth, <span class="bibl">Poll.2.93</span>. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">2</span> metaph., <b class="b2">partition</b>, Ep.Eph.2.14. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">b</span> nickname of a man <b class="b2">with a bristly beard</b>, <span class="bibl">Luc.<span class="title">Pseudol.</span>27</span>.</span>
|Definition=ὁ,<br><span class="bld">A</span> [[fencing in]], [[blocking up]], τῆς ἀκουούσης πηγῆς [[Sophocles|S.]]''[[Oedipus Tyrannus|OT]]''1387.<br><span class="bld">2</span> [[intestinal obstruction]], Cael.Aur.''CP''3.17.<br><span class="bld">II</span> [[fence]], [[paling]], [[Xenophon|X.]]''[[Cynegeticus|Cyn.]]'' 11.4, ''AP''9.343 (Arch.) ''BGU''1119.32 (i B. C.), ''Ev.Matt.''21.33, etc.; [[hedge]], Aesop.385; [[railing]] of the [[bridge]] over the [[Hellespont]], [[Herodotus|Hdt.]] 7.36: [[fortification]], ib.142; of the [[diaphragm]], Hp.''Flat.''10, [[Aristotle|Arist.]]''[[De Partibus Animalium|PA]]'' 672b20; of the [[shard]] of [[beetle]]s, ib.682b17; of the [[teeth]], Poll.2.93.<br><span class="bld">2</span> metaph., [[partition]], Ep.Eph.2.14.<br><span class="bld">b</span> nickname of a man [[with a bristly beard]], Luc.''Pseudol.''27.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1302.png Seite 1302]] ὁ, das Einschließen, Einzäunen, Umhegen; εἰ τῆς ἀκουούσης ἔτ' ἦν πηγῆς δι' ὤτων [[φραγμός]] Soph. O. R. 1387; das Befestigen, Her. 7, 36. 142; auch Zaun, Bedeckung, befestigter Ort, φραγμοί Archi. 23 (IX, 343).
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1302.png Seite 1302]] ὁ, das [[Einschließen]], [[Einzäunen]], [[Umhegen]]; εἰ τῆς ἀκουούσης ἔτ' ἦν πηγῆς δι' ὤτων [[φραγμός]] Soph. O. R. 1387; das [[Befestigen]], Her. 7, 36. 142; auch Zaun, [[Bedeckung]], befestigter Ort, φραγμοί Archi. 23 (IX, 343).
}}
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br /><b>1</b> [[action de boucher]];<br /><b>2</b> [[clôture]], [[palissade]].<br />'''Étymologie:''' [[φράσσω]].
}}
{{elru
|elrutext='''φραγμός:''' ὁ [[φράσσω]]<br /><b class="num">1</b> [[закрывание]], [[затыкание]]: τῆς ἀκουούσης πηγῆς δι᾽ [[ὤτων]] φ. Soph. затыкание ушей, чтобы ничего не слышать;<br /><b class="num">2</b> [[ограда]], [[забор]] Her., Xen., Theocr., Plut., Luc.;<br /><b class="num">3</b> анат. [[перегородка]], [[перепонка]], [[преграда]] Arst.;<br /><b class="num">4</b> [[огороженное место]], [[загон]] Anth.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''φραγμός''': ὁ, ([[φράσσω]]) φάξιμον, ἀλλ’ εἰ τῆς ἀκουούσης ἔτ’ ἦν πηγῆς δι’ ὤτων φραγμὸς Σοφ Ο. Τ. 1387. ΙΙ. ὡς τὸ [[φράγμα]], [[φράκτης]], Ξεν. Κυν. 11, 4. κλπ.· ἐπὶ τοῦ φράκτου ὁ [[ὁποῖος]] κατεσκευάσθη [[ἑκατέρωθεν]] τῆς [[ὑπὲρ]] τὸν Ἐλλήσποντον γεφύρας, Ἡρόδ. 7. 36· [[ὀχύρωμα]], [[αὐτόθι]] 142· ― λέγεται [[προσέτι]] ἐπὶ τοῦ διαφράγματος (ἴδε φρὴν Ι), Ἀριστ. περὶ Ζ. Μορ. 3. 10, 3 ἐπὶ τοῦ κολεοῦ τῶν κανθάρων, [[αὐτόθι]] 4. 6, 4· ἐπὶ τῶν ὀδόντων ([[ἕρκος]] ὀδόντων), Παῦλ. Αἰγ., πρβλ. [[Πολυδ]]. Β΄, 93. 2) [[τόπος]] διὰ φράκτου ἀποκεχωρισμένος, περιπεφραγμένος, οἰονεὶ [[μάνδρα]], Ἀνθ. Π. 9. 343. 3) μεταφορ., [[διαχώρισμα]], [[μεσότοιχον]], Ἐπιστ. πρὸς Ἐφεσ. β΄, 14 ― ἐπὶ ἀνθρώπου ἔχοντος δασεῖαν γενειάδα, Λουκ. Ψευδολ. 27.
|lstext='''φραγμός''': ὁ, ([[φράσσω]]) φάξιμον, ἀλλ’ εἰ τῆς ἀκουούσης ἔτ’ ἦν πηγῆς δι’ ὤτων φραγμὸς Σοφ Ο. Τ. 1387. ΙΙ. ὡς τὸ [[φράγμα]], [[φράκτης]], Ξεν. Κυν. 11, 4. κλπ.· ἐπὶ τοῦ φράκτου ὁ [[ὁποῖος]] κατεσκευάσθη [[ἑκατέρωθεν]] τῆς [[ὑπὲρ]] τὸν Ἐλλήσποντον γεφύρας, Ἡρόδ. 7. 36· [[ὀχύρωμα]], [[αὐτόθι]] 142· ― λέγεται [[προσέτι]] ἐπὶ τοῦ διαφράγματος (ἴδε φρὴν Ι), Ἀριστ. περὶ Ζ. Μορ. 3. 10, 3 ἐπὶ τοῦ κολεοῦ τῶν κανθάρων, [[αὐτόθι]] 4. 6, 4· ἐπὶ τῶν ὀδόντων ([[ἕρκος]] ὀδόντων), Παῦλ. Αἰγ., πρβλ. Πολυδ. Β΄, 93. 2) [[τόπος]] διὰ φράκτου ἀποκεχωρισμένος, περιπεφραγμένος, οἰονεὶ [[μάνδρα]], Ἀνθ. Π. 9. 343. 3) μεταφορ., [[διαχώρισμα]], [[μεσότοιχον]], Ἐπιστ. πρὸς Ἐφεσ. β΄, 14 ― ἐπὶ ἀνθρώπου ἔχοντος δασεῖαν γενειάδα, Λουκ. Ψευδολ. 27.
}}
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br /><b>1</b> action de boucher;<br /><b>2</b> clôture, palissade.<br />'''Étymologie:''' [[φράσσω]].
}}
}}
{{StrongGR
{{StrongGR
|strgr=from [[φράσσω]]; a [[fence]], or inclosing [[barrier]] ([[literally]] or [[figuratively]]): [[hedge]] (+ [[round]] [[about]]), [[partition]].
|strgr=from [[φράσσω]]; a [[fence]], or inclosing [[barrier]] ([[literally]] or [[figuratively]]): [[hedge]] (+ [[round]] [[about]]), [[partition]].
}}
{{Thayer
|txtha=φραγμοῦ, ὁ ([[φράσσω]] to [[fence]] [[round]]), a [[hedge]], a [[fence]]: A. V. [[partition]]), [[see]] [[μεσότοιχον]]. (The Sept., [[Herodotus]], [[Sophocles]], [[Thucydides]], [[Plutarch]], others.)
}}
{{grml
|mltxt=ο, ΝΜΑ, και [[σφραγμός]] Α<br />[[φράχτης]] (α. «[[κιγκλιδωτός]] [[φραγμός]]» β. «φραγμόν παρείρυσαν [[ἔνθεν]] καὶ [[ἔνθεν]]», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (ναυτ.-στρ.) α) θαλάσσια [[ζώνη]] καθορισμένων ορίων, στο εσωτερικό της οποίας κινούνται [[κατά]] καθορισμένες, [[επίσης]], γραμμές τα ανιχνευτικά [[σκάφη]] ναυτικής δύναμης, ώστε να μην [[είναι]] δυνατή η [[διέλευση]], μέσω της ζώνης αυτής, αντίπαλων πλοίων [[χωρίς]] αυτά να γίνουν αντιληπτά<br />β) <b>συνεκδ.</b> η [[γραμμή]] πλεύσης ή και [[κάθε]] [[πλοίο]] που κινείται σ' αυτήν<br /><b>2.</b> <b>στρ.</b> [[οργάνωση]] δικτύου [[πυρός]], που δεν αποβλέπει στην [[προσβολή]] συγκεκριμένου στόχου [[αλλά]] στον σχηματισμό, επί ορισμένης εδαφικής ζώνης, πυκνής δέσμης [[πυρών]], [[είτε]] πεζικού [[είτε]] πυροβολικού, με σκοπό την [[απαγόρευση]] της παραμονής σ' αυτήν τη [[ζώνη]] ή και της μέσω αυτής διέλευσης εχθρικών σχηματισμών ή και μεμονωμένων [[ανδρών]]<br /><b>3.</b> (γεωλ.-ωκεαν.) [[επιμήκης]] [[ράχη]], [[ανάχωμα]] ή ύβωμα από άμμο ή χάλικες, που σχηματίζεται [[κυρίως]] στις εκβολές ενός ποταμού ή σε μικρή [[απόσταση]] από την [[ακτή]], λόγω της δράσης τών κυμάτων και τών ρευμάτων<br /><b>4.</b> <b>μτφ.</b> [[οτιδήποτε]] αναχαιτίζει [[κάτι]], [[εμπόδιο]] (α. «ο [[νέος]] [[νόμος]] για τα δάση έθεσε οριστικό φραγμό στα σχέδια τών οικοπεδοφάγων<br />β. «δεν έχει ηθικούς φραγμούς αυτός»)<br /><b>5.</b> <b>φρ.</b> «[[φραγμός]] [[πυρός]]»<br /><b>στρ.</b> <b>βλ.</b> <i>πυρ</i><br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[διαχώρισμα]], [[μεσότοιχος]] («τὸ [[μεσότοιχον]] τοῦ φραγμοῦ λύσας», ΚΔ.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> το να φράζει, να αποκλείει [[κανείς]] [[κάτι]] («ἀλλ' εἰ τῆς ἀκουούσης ἔτ' ἦν πηγῆς δι' ὤτων [[φραγμός]]», <b>Σοφ.</b>)<br /><b>2.</b> το [[διάφραγμα]] της ρινικής κοιλότητας<br /><b>3.</b> [[οδοντοστοιχία]]<br /><b>4.</b> ο [[κολεός]] τών σκαθαριών<br /><b>5.</b> [[τόπος]] αποκλεισμένος με φράχτη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>φραγ</i>- του [[φράζω]] (ΙΙ) ([[πρβλ]]. [[φράγμα]]) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>μός</i> ([[πρβλ]]. [[ταραγμός]])].
}}
{{lsm
|lsmtext='''φραγμός:''' ὁ ([[φράσσω]])·<br /><b class="num">I.</b> [[περίφραξη]], [[φράγμα]], σε Σοφ.<br /><b class="num">II. 1.</b> όπως [[φράγμα]], [[φράγμα]], [[φράκτης]], [[μάντρα]], σε Ηρόδ.<br /><b class="num">2.</b> [[μέρος]] περιφραγμένο, [[μάντρα]], σε Ανθ.<br /><b class="num">3.</b> μεταφ., [[διαχώρισμα]], σε Καινή Διαθήκη
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[φραγμός]], οῦ, ὁ, [[φράσσω]]<br /><b class="num">I.</b> [[a fencing in]], [[blocking up]], Soph.<br /><b class="num">II.</b> like [[φράγμα]], a [[fence]], [[paling]], [[palisade]], Hdt.<br /><b class="num">2.</b> a [[place]] [[fenced]] off, an [[enclosure]], Anth.<br /><b class="num">3.</b> metaph. a [[partition]], NTest.
}}
{{Chinese
|sngr='''原文音譯''':fragmÒj 弗拉格摩士<br />'''詞類次數''':名詞(4)<br />'''原文字根''':障礙<br />'''字義溯源''':籬笆,圍牆,隔牆,隔斷,灌木樹籬;源自([[φράσσω]])=阻隔),而 ([[φράσσω]])出自([[φρήν]])*=隔膜)<br />'''出現次數''':總共(4);太(1);可(1);路(1);弗(1)<br />'''譯字彙編''':<br />1) 籬笆(3) 太21:33; 可12:1; 路14:23;<br />2) 隔斷(1) 弗2:14
}}
{{WoodhouseReversedUncategorized
|woodrun=[[blocking up]]
}}
{{trml
|trtx====[[fortification]] (structure)===
Arabic: مَعْقِل‎; Armenian: ամրություն; Azerbaijani: istehkam; Bulgarian: укрепления; Catalan: fortificació; Chinese Mandarin: 防禦工事/防御工事, 工事, 堡壘/堡垒; Czech: pevnost, opevnění; Dutch: [[vesting]]; Esperanto: fortikaĵo; Finnish: linnoite, linnoitus; French: [[fortification]], [[renforcement]]; Galician: fortificación; German: [[Festung]], [[Fort]]; Greek: [[οχύρωμα]]; Ancient Greek: [[ἀποτείχισμα]], [[ἐπιτείχισμα]], [[ὀχύρωμα]], [[παρατείχισμα]], [[περίβλημα]], [[περιοχή]], [[προανατείχισμα]], [[τείχισμα]], [[τεῖχος]], [[τείχωμα]], [[φραγμός]], [[φύλαγμα]]; Italian: [[fortificazione]]; Latin: [[munitio]], [[munimentum]]; Macedonian: утврдувања; Malay: perkubuan; Maori: pare, papare, tūwatawata; Norman: fortificâtion; Norwegian Bokmål: festningsanlegg; Nynorsk: festningsanlegg; Old Persian: استحکامات‎; Polish: fortyfikacja, umocnienie; Portuguese: [[fortificação]]; Romanian: fortificație, fortăreață; Russian: [[укрепления]]; Spanish: [[fortificación]]; Swedish: befästning, fortifikation; Turkish: tahkimat
}}
}}