Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

περιζώννυμαι: Difference between revisions

From LSJ

Πενίαν φέρειν οὐ παντός, ἀλλ' ἀνδρὸς σοφοῦ → Perferre inopiam non nisi sapientium est → nicht jeder meistert Armut, nur der weise Mann

Menander, Monostichoi, 463
(6_14)
(No difference)

Revision as of 10:48, 5 August 2017

Greek (Liddell-Scott)

περιζώννυμαι: μέσ. μετὰ παθ. πρκμ. ζωννύω περὶ ἑμαυτόν, ζώννομαι μέ τι, περιζωσάμενος ᾤαν λουτρίδα Θεόπομπ. Κωμ. ἐν «Παισὶ» 2· ἐσθῆτα, τήβεννον Πλουτ. Ρωμ. 16, Κοριολ. 9· γυμνὸς ὢν τοῦτον τὸν ἄνδρα περιεζώσατο, τὸν ἐφόρεσεν ὡς προστάτην, σχῆμα λόγου, παρ’ ὑπόνοιαν, ἀντὶ τοῦ: ἐπίτροπον ἐποιήσατο, Ἀριστοφ. Εἰρ. 687· ἦν δέ ποτε καὶ περὶ Μακεδονίαν νόμος τὸν μηθένα ἀπεκτακότα πολέμιον περιεζώσθαι τὴν φορβειάν, νὰ φορῇ ὡς ζώνην φορβειάν, ἤτοι καπίστριον, Ἀριστ. Πολιτικ. 7. 2, 11· ― ἀπολ., ἐπὶ μαγείρων (ἴδε περίζωμα)· περιεζωσμένος, «μὲ τὴν ποδιάν», Ἄλεξις ἐν «Παννυχίδι ἢ Ἐρίθοις» 3, πρβλ. Ἀναξανδρίδ. ἐν «Πρωτεσιλάῳ» 1. 12· ἐπὶ ἀθλητῶν, Παυσ. 1. 44, 1· ἐπὶ ὀρχηστοῦ, Πολύβ. 30. 13, 20. 2) μεταφορ., ἀναλαμβάνω, Ἄννα Κομν. 1. 304.