νόθειος: Difference between revisions
From LSJ
Ἀδώνι' ἄγομεν καὶ τὸν Ἄδωνιν κλᾴομεν → We conduct the rites of Adonis, we weep for Adonis (Pherecrates, fr. 170)
(6_4) |
(No difference)
|
Revision as of 11:22, 5 August 2017
Greek (Liddell-Scott)
νόθειος: -α, -ον, ὁ τοῦ νόθου ἢ ἀνήκων εἰς νόθον· τὰ νόθεια ἢ νοθεῖα (ἐξυπακ. χρήματα), ἡ κληρονομία νόθου, Λυσ. παρ’ Ἁρποκρ., πρβλ. Ἀριστοφ. Ὄρν. 1656· «νοθεῖα: τὰ τοῖς νόθοις ἐκ τῶν πατρῴων διδόμενα οὕτω καλεῖται, ἦν δὲ μέχρι χιλίων δραχμῶν» Ἁρποκρ. ἐν λέξ.