3,274,216
edits
(13_5) |
(6_13a) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0709.png Seite 709]] 1) einen Meerbusen bilden, ἠϊὼν ἐγκολπίζουσα Strab. 5, 4, 5. Aber 9, 5 g. E. = [[εἰσπλέω]] εἶς κόλπον. – 2) Med., in seinen Busen nehmen, Plut. garrul. 12; umfassen, umschließen, Philo u. a. Sp.; ἰχθῦς τῇ σαγήνῃ, fangen, Alciphr. 1, 18. – Bei Dion. Hal. de admir. vi Dem. 4 [[περίοδος]] πολλοὺς ἀγκῶνας ἐγκολπιζομένη, nach Conj. für ἐγκαλλωπιζομένη, von einem bauschigen, schlecht abgerundeten Satze. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0709.png Seite 709]] 1) einen Meerbusen bilden, ἠϊὼν ἐγκολπίζουσα Strab. 5, 4, 5. Aber 9, 5 g. E. = [[εἰσπλέω]] εἶς κόλπον. – 2) Med., in seinen Busen nehmen, Plut. garrul. 12; umfassen, umschließen, Philo u. a. Sp.; ἰχθῦς τῇ σαγήνῃ, fangen, Alciphr. 1, 18. – Bei Dion. Hal. de admir. vi Dem. 4 [[περίοδος]] πολλοὺς ἀγκῶνας ἐγκολπιζομένη, nach Conj. für ἐγκαλλωπιζομένη, von einem bauschigen, schlecht abgerundeten Satze. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἐγκολπίζω''': μέλλ. -ίσω, [[σχηματίζω]] κόλπον, ἠϊὼν ἐγκολπίζουσα Στράβων 243. 2) [[εἰσέρχομαι]] εἰς τὸν κόλπον, καὶ [[παραπλέω]] αὐτὸν μὴ ἀπομακρυνόμενος τῆς ξηρᾶς, [[αὐτόθι]] 443. ΙΙ. Μέσ. [[μετὰ]] παθ. πρκμ. [[λαμβάνω]] τινὰ εἰς τὸν κόλπον μου, Πλούτ. 2. 508D· [[ἐναγκαλίζομαι]], Φίλων 1. 425· [[περίοδος]] πολλοὺς ἀγκῶνας ἐγκολπιζομένη, [[περίοδος]] περιλαμβάνουσα πολλὰς στροφὰς ἐκφράσεως, Διον. Ἁλ. περὶ Δημ. 4 (κοιν. ἐγκαλλωπιζομένη)· ἰχθύων οὓς ἐγκολπίζεται τῇ σαγήνῃ Ἀλκίφρων 1. 18. | |||
}} | }} |