καλλιρόας: Difference between revisions

From LSJ

ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν → they will become one flesh

Source
(6_14)
(No difference)

Revision as of 11:35, 5 August 2017

Greek (Liddell-Scott)

καλλιρόας: ὁ, = καλλίρους, Ἀλφεὸν παρὰ καλλιρόαν Βακχυλ. Χ, 26· Λοῦσον ποτὶ καλλιρόαν αὐτόθι 96.