ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν → they will become one flesh
καλλιρόας: ὁ, = καλλίρους, Ἀλφεὸν παρὰ καλλιρόαν Βακχυλ. Χ, 26· Λοῦσον ποτὶ καλλιρόαν αὐτόθι 96.