φιλεπίδημος: Difference between revisions
From LSJ
Μιμοῦ τὰ σεμνά, μὴ κακῶν μιμοῦ τρόπους → Graves imitatormores, ne imitator malos → Das Edle nimm zum Vorbild, nicht der Schlechten Art
(6_17) |
(No difference)
|
Revision as of 11:38, 5 August 2017
Greek (Liddell-Scott)
φῐλεπίδημος: -ον, ὁ ἀγαπῶν νὰ διαμένῃ ἔν τινι τόπῳ, ἐπιδημικός, τοῖς Μήδοις φιλεπίδημον ἦν τὸ κακὸν Θεοφ. Σιμοκ. Ἱστ. σ. 56Α (104, 17, ἔκδ. Βόννης), κλπ.