κόγξ: Difference between revisions

From LSJ

θάνατος λοῖσθος ἰατρὸς νόσων → death is the last healer of sicknesses

Source
(6_14)
 
(Bailly1_3)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''κόγξ''': ὁ [[ἦχος]] ὃν προὐξένει ἡ [[ψῆφος]] πίπτουσα εἰς τὴν κάλπην (κάδον), Ἡσύχ.· περὶ τοῦ [[κόγξ]], ὄμπαξ (ἐφθαρμ. ἀντὶ [[κόγξ]], ὁμοίως πάξ), ἴδε Λοβ. Ἀγλαοφ. 775 κἑξ.
|lstext='''κόγξ''': ὁ [[ἦχος]] ὃν προὐξένει ἡ [[ψῆφος]] πίπτουσα εἰς τὴν κάλπην (κάδον), Ἡσύχ.· περὶ τοῦ [[κόγξ]], ὄμπαξ (ἐφθαρμ. ἀντὶ [[κόγξ]], ὁμοίως πάξ), ἴδε Λοβ. Ἀγλαοφ. 775 κἑξ.
}}
{{bailly
|btext=<i>interj.</i><br />onomatopée imitant le bruit d’un caillou tombant dans l’urne.<br /><span class="bld">2</span><i>interj.</i><br />« silence ! assez ! ».
}}
}}

Revision as of 19:35, 9 August 2017

Greek (Liddell-Scott)

κόγξ: ὁ ἦχος ὃν προὐξένει ἡ ψῆφος πίπτουσα εἰς τὴν κάλπην (κάδον), Ἡσύχ.· περὶ τοῦ κόγξ, ὄμπαξ (ἐφθαρμ. ἀντὶ κόγξ, ὁμοίως πάξ), ἴδε Λοβ. Ἀγλαοφ. 775 κἑξ.

French (Bailly abrégé)

interj.
onomatopée imitant le bruit d’un caillou tombant dans l’urne.
2interj.
« silence ! assez ! ».